Πόσο μεταβλήθηκε η ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη, ορυκτό αέριο και καθαρές πηγές ενέργειας στην Ελλάδα την τετραετία 2019-2023; Πώς συγκρίνεται η χώρα μας με τα άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ-27 συνολικά και ειδικά τα 17 που εξακολουθούν να έχουν λιγνίτη ή/και λιθάνθρακα στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής τους;

Έρευνα του The Green Tank

Στις 23 Σεπτεμβρίου 2023 συμπληρώθηκαν 4 χρόνια από την ανακοίνωση της απόφασης για απολιγνιτοποίηση της Ελλάδας.

Στο πλαίσιο της «επετείου» αυτής, πριν λίγο καιρό το Green Tank πραγματοποίησε μια συγκριτική ανάλυση των μηνιαίων στοιχείων που συγκεντρώνει για όλη την Ευρώπη το think tank Ember και αυτών του ΑΔΜΗΕ για την Ελλάδα.

Στην ανάλυση αυτή παρουσιάζονται οι επιδόσεις της χώρας μας σε χρήση ορυκτών καυσίμων και καθαρών πηγών ενέργειας για την ηλεκτροπαραγωγή την τετραετία 2019-2023, ενώ γίνεται και μία σύγκριση με τα άλλα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ειδικά με τα 17 που εξακολουθούν να έχουν λιγνίτη ή/και λιθάνθρακα στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής τους.

Κορυφαία η επίδοση της Ελλάδας στη μείωση στερεών ορυκτών καυσίμων στην ηλεκτροπαραγωγή

Η Ελλάδα, με λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή κατά 57,7% χαμηλότερη το πρώτο 8μηνο του 2023 σε σύγκριση με το αντίστοιχο του 2019, κατατάσσεται στη 2η θέση ως προς τα επίπεδα μείωσης της χρήσης στερεών ορυκτών καυσίμων στην ηλεκτροπαραγωγή, πίσω μόνο από την Ισπανία (-69,5%).

Βρίσκεται, δε, στην 1η θέση ανάμεσα στις εννέα χώρες της ΕΕ-27 που χρησιμοποιούν εγχώρια εξορυσσόμενο λιγνίτη ή/και λιθάνθρακα (Γερμανία, Πολωνία, Βουλγαρία, Τσεχία, Ελλάδα, Ρουμανία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Σλοβενία).

Είναι χαρακτηριστικό ότι μέσα στους πρώτους 8 μήνες του 2023 στην Ελλάδα καταγράφηκαν 223 ώρες με μηδενική συνεισφορά του λιγνίτη. Στον αντίποδα, το 2019 υπήρχε μία τουλάχιστον λιγνιτική μονάδα σε λειτουργία και τις 8760 ώρες του χρόνου.

Παρόμοια θετική πορεία προς την απεξάρτηση από τα στερεά καύσιμα καταγράφεται και σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πλέον υπάρχουν μόνο 17 κράτη-μέλη που χρησιμοποιούν στερεά ορυκτά καύσιμα για να καλύψουν τμήμα της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας. Αλλά και σε αυτά τα κράτη-μέλη η χρήση λιγνίτη και λιθάνθρακα περιορίστηκε σημαντικά.

Ειδικότερα, συγκρίνοντας την ηλεκτροπαραγωγή από λιγνίτη ή λιθάνθρακα μεταξύ των πρώτων 8 μηνών του 2019 και αυτών του 2023 (προκειμένου η σύγκριση να καταγράψει την περίοδο πριν την απόφαση της απολιγνιτοποίησης στην Ελλάδα), η ΕΕ-27 συνολικά μείωσε τη χρήση στερεών ορυκτών καυσίμων κατά 28,4%. Το ίδιο συνέβη σχεδόν σε όλη την Ευρώπη.

Εξαίρεση αποτελεί η Ιρλανδία, όπου παρατηρήθηκε υπερδιπλασιασμός σε σχέση με το 2019, αν και η συμμετοχή των στερεών ορυκτών καυσίμων στην κάλυψη της ζήτησης σε απόλυτες τιμές είναι πολύ περιορισμένη (της τάξης του 4% της ηλεκτροπαραγωγής το 2023).

Άμεση ανάκαμψη μετά το έτος-«σταθμό» της ενεργειακής κρίσης

Ενδιαφέρον έχει και η year-on-year σύγκριση μεταξύ του πρώτου 8μήνου του 2023 και της ίδιας περιόδου του 2022, όπου και πάλι καταγράφεται μεγάλη μείωση των στερεών ορυκτών καυσίμων στην Ευρωπαϊκή Ένωση (-28%). Σημειώνεται ότι ειδικά τα πρώτο εξάμηνο του 2022 σημειώθηκε προσωρινή αύξηση στη χρήση λιγνίτη και λιθάνθρακα, κυρίως για να αντιμετωπιστεί ο δραστικός περιορισμός της πυρηνικής και της υδροηλεκτρικής ενέργειας που σημειώθηκε το 2022 και πολύ λιγότερο για να αντισταθμιστούν οι μειωμένες ροές ορυκτού αερίου από τη Ρωσία.

Στην Ελλάδα, το πρώτο 8μηνο του 2023 σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2022, η λιγνιτική ηλεκτροπαραγωγή παρουσιάστηκε μειωμένη κατά 22,2%.

Η επίδοση αυτή την κατατάσσει 10η θέση ανάμεσα στις 17 χώρες που έχουν λιγνίτη και λιθάνθρακα στο ηλεκτρικό τους μίγμα και στην 3η θέση ανάμεσα στις λιγνιτοπαραγωγές χώρες, πίσω μόνο από τη Βουλγαρία (-44,2%) και τη Γερμανία (-31,3%). Μάλιστα, σε αντίθεση με την Ελλάδα, το 2022 οι δύο αυτές χώρες είχαν αυξήσει πολύ την ηλεκτροπαραγωγή τους από στερεά ορυκτά καύσιμα συγκριτικά με το 2021. 

Πτώση και στη χρήση του ορυκτού αερίου

Ανάλογη πρόοδος καταγράφηκε την τελευταία τετραετία τόσο σε εγχώριο όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο στη μείωση της χρήσης του ορυκτού αερίου.

Η Ελλάδα ξεπέρασε τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και ως προς τα δύο έτη αναφοράς. Με -30,3% και -25,1% αντίστοιχα, βρίσκεται στην 4η θέση σε σχέση με το 2019 και στην 6η θέση σε σχέση με το 2022 ως προς τη μείωση της χρήσης λιγνίτη, λιθάνθρακα και ορυκτού αερίου μαζί.

Πρωτοπόρος στη μείωση αυτή, σε σχέση με το 2019, είναι η Φινλανδία (-64,5%) και ακολουθούν η Ολλανδία (-37,5%), η Ισπανία (-33,1%) και στη συνέχεια η χώρα μας (-30,3%).

Συνολικά, το πρώτο 8μηνο του 2023, η αθροιστική συνεισφορά των ορυκτών καυσίμων (λιγνίτη, λιθάνθρακα και ορυκτού αερίου) στην ΕΕ-27 μειώθηκε κατά 22,8% και 20,9% αντίστοιχα σε σχέση με την ίδια περίοδο του 2019 και του 2022 .

Μοναδική εξαίρεση ανάμεσα στα 17 κράτη-μέλη που εξακολουθούν να χρησιμοποιούν λιγνίτη ή λιθάνθρακα στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής αποτελούν η Κροατία και η Σλοβακία. Η πρώτη αύξησε τη χρήση ορυκτών καυσίμων κατά 37,2%, το διάστημα 2019-2023, ενώ η δεύτερη παρουσίασε μικρή αύξηση 4,1% σε σχέση με το 2022.

Στροφή προς τις ΑΠΕ

Στην τετραετία που μεσολάβησε από την ανακοίνωση της απολιγνιτοποίησης στην Ελλάδα, η μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων αντισταθμίστηκε σε μεγάλο βαθμό από την ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.

Με αύξηση 50,2%, η Ελλάδα κατατάσσεται 4η στην αύξηση της ηλεκτροπαραγωγής από καθαρή ενέργεια ανάμεσα στα 17 κράτη-μέλη που έχουν λιγνίτη ή λιθάνθρακα στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής τους.

Πρέπει να σημειωθεί, βέβαια, ότι η πρόοδος αυτή συντελέστηκε μεταξύ 2019 και 2022. Αντίθετα, μεταξύ του πρώτου 8μηνου του 2022 και αυτού του 2023, η αθροιστική ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά παρέμεινε στάσιμη, λόγω της μείωσης της συνεισφοράς των υδροηλεκτρικών η οποία αντιστάθμισε την αύξηση της παραγωγής από ΑΠΕ.

Στο ίδιο χρονικό διάστημα, το μερίδιο της καθαρής ενέργειας στην κάλυψη της ζήτησης αυξήθηκε σημαντικά. Αυτό, ωστόσο, συνέβη λόγω της μείωσης της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας και όχι λόγω αύξησης της συνεισφοράς της καθαρής ενέργειας σε απόλυτες τιμές.

Στην ΕΕ-27, η ηλεκτροπαραγωγή από ΑΠΕ -συμπεριλαμβανομένων των μεγάλων υδροηλεκτρικών και της βιοενέργειας- αυξήθηκε κατά 22,5% μεταξύ 2019 και 2023 στη διάρκεια του πρώτο 8μηνου του έτους. Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ολλανδία (+153,3%), στη δεύτερη η Πολωνία (+1134,%) και στην τρίτη η Ουγγαρία (+89%).

Αξίζει να αναφερθεί πάντως ότι παρά την εντυπωσιακή πρόοδο τόσο στην Πολωνία όσο και στην Ουγγαρία, η συνεισφορά της καθαρής ενέργειας στην κάλυψη της ζήτησης εξακολουθεί να είναι πολύ μικρότερη από αυτή των ορυκτών καυσίμων κατά το πρώτο 8μηνο του 2023.

Για πρώτη φορά το 2023 η καθαρή ενέργεια ξεπέρασε λιγνίτη και αέριο στην Ελλάδα

Παρά τη στασιμότητα του τελευταίου έτους, χάρη στη μεγάλη αύξηση των ΑΠΕ τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα συγκαταλέγεται πλέον ανάμεσα στα 11 κράτη-μέλη όπου η ηλεκτροπαραγωγή από καθαρές πηγές ενέργειας το πρώτο 8μηνο του 2023 ξεπέρασε την αντίστοιχη από ορυκτά καύσιμα.

Συγκεκριμένα, ΑΠΕ και μεγάλα υδροηλεκτρικά στη χώρα μας συνεισέφεραν 26,6% περισσότερο από λιγνίτη και ορυκτό αέριο μαζί κατά το πρώτο 8μηνο του 2023. Μάλιστα, αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2023.

Το ίδιο ακριβώς ορόσημο με την Ελλάδα σημείωσε το 2023 τόσο το σύνολο της ΕΕ-27 όσο και η Ολλανδία, ενώ σε άλλα κράτη-μέλη οι καθαρές πηγές είχαν ξεπεράσει τα ορυκτά καύσιμα σε προηγούμενα έτη.

Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι έξι (με μπλε) από τα 10 κράτη-μέλη, όπου η ηλεκτροπαραγωγή από καθαρές πηγές ενέργειας το πρώτο 8μηνο του 2023 ξεπέρασε την αντίστοιχη από ορυκτά καύσιμα, διαθέτουν πυρηνική ενέργεια στο μίγμα ηλεκτροπαραγωγής τους. Επομένως, είχαν και έχουν τη δυνατότητα τμήμα της μειωμένης ηλεκτροπαραγωγής από ορυκτά καύσιμα να υποκατασταθεί από αύξηση της συνεισφοράς της πυρηνικής ενέργειας και όχι από ΑΠΕ.

Συνεπώς, η Ελλάδα είναι μόλις ένα από τα 4 κράτη-μέλη (με πράσινο) που δεν διαθέτουν πυρηνική ενέργεια και η ηλεκτροπαραγωγή από καθαρές πηγές ενέργειας ξεπέρασε αυτήν από ορυκτά καύσιμα κατά το πρώτο 8μηνο του 2023.

Τα άλλα 3 κράτη-μέλη είναι η Δανία (+401,5%), η Κροατία (+127,1%) και η Γερμανία (+31,6%), η οποία τον Απρίλιο του 2023 έκλεισε και τα τελευταία τρία πυρηνικά της εργοστάσια. Υπογραμμίζεται ότι στην Κροατία το μεγαλύτερο μερίδιο καθαρής ενέργειας προέρχεται από τα μεγάλα υδροηλεκτρικά, σε αντίθεση με τη Δανία, τη Γερμανία και την Ελλάδα όπου την πρωτοκαθεδρία στην καθαρή ενέργεια έχουν με διαφορά τα αιολικά και τα φωτοβολταϊκά.

Συμπεράσματα

Τα παραπάνω αποτελέσματα δείχνουν ότι 4 χρόνια μετά την απόφαση της απολιγνιτοποίησης από την Ελλάδα, η χρήση λιγνίτη και λιθάνθρακα έχει περιοριστεί δραστικά όχι μόνο στη χώρα μας αλλά και σε ολόκληρη την ΕΕ-27.

Η τάση αυτή δεν αναμένεται να αλλάξει τα επόμενα χρόνια, καθώς οι τιμές του άνθρακα στο χρηματιστήριο ρύπων προβλέπεται να παραμείνουν σε υψηλά επίπεδα ως αποτέλεσμα την πρόσφατης αναθεώρησης της οδηγίας για το Σύστημα Εμπορίας Δικαιωμάτων Εκπομπών (ΣΕΔΕ), αλλά και γιατί οι μεγάλες εταιρείες ηλεκτροπαραγωγής ανά την Ευρώπη βρίσκονται σε τροχιά αποεπένδυσης από τον λιγνίτη και τον λιθάνθρακα.

Αυτό άλλωστε αντικατοπτρίζεται και στις επίσημες δεσμεύσεις σε εθνικό επίπεδο. Από τα 17 κράτη-μέλη της Ένωσης που εξακολουθούν να χρησιμοποιούν στερεά ορυκτά καύσιμα το 2023, τα 12 έχουν δεσμευτεί για πλήρη απεξάρτηση πριν το 2030 (ανάμεσά τους και η Ελλάδα), τα τρία ως το 2035, ενώ η Βουλγαρία έχει θέσει ως ορίζοντα το 2038. Ακόμα και η «λιγνιτόπληκτη» Πολωνία, η οποία εξακολουθεί να καλύπτει γύρω στο 70% των αναγκών της σε ηλεκτρική ενέργεια από στερεά ορυκτά καύσιμα, αποφάσισε -μετά την αλλαγή της κυβέρνησης- να θέσει συγκεκριμένη ημερομηνία πλήρους απεξάρτησης από τα πιο ρυπογόνα καύσιμα στον πλανήτη.

Η ανάλυση έδειξε επίσης ότι η ΕΕ-27 στρέφεται μακριά, όχι μόνο από τον λιγνίτη και τον λιθάνθρακα, αλλά από τα ορυκτά καύσιμα συνολικά, συμπεριλαμβανομένου και του ορυκτού αερίου, υποκαθιστώντας τα με καθαρές μορφές ενέργειας. Σημαντικό ρόλο σε αυτό έχει διαδραματίσει και η μείωση της κατανάλωσης.

Βέβαια, η πρόσφατη ενεργειακή κρίση που κλιμακώθηκε με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, όσο και οι ολέθριες καταστροφές που συνέβησαν πρόσφατα ως αποτέλεσμα (και) της επιδεινούμενης κλιματικής κρίσης δείχνουν ότι η απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα με παράλληλη στροφή στις ΑΠΕ πρέπει να επιταχυνθεί πολύ περισσότερο.

Σε αυτή την κατεύθυνση κινείται και το νέο business plan της ΔΕΗ για την τριετία 2024-2026 το οποίο παρουσιάστηκε στο Capital Markets Day στο Λονδίνο τον Ιανουάριο του 2024. Σύμφωνα με αυτό, η ΔΕΗ επισπεύδει το κλείσιμο όλων των λιγνιτικών μονάδων ως το 2026 και κλιμακώνει παράλληλα την ανάπτυξη των ΑΠΕ, επιδιώκοντας συνδυαστικά να περιορίσει το ανθρακικό της αποτύπωμα κατά 75% το 2026 συγκριτικά με τα επίπεδα του 2019.

Οι δεσμεύσεις αυτές βάζουν τη μεγαλύτερη εταιρεία ηλεκτροπαραγωγής της χώρας σε τροχιά μηδενισμού των εκπομπών της ως το 2030. Με τη συνδρομή νέων υποδομών αποθήκευσης ενέργειας, η Ελλάδα συνολικά μπορεί και πρέπει να αναλάβει παρόμοιες δεσμεύσεις για πλήρη απανθρακοποίηση του μίγματος ηλεκτροπαραγωγής ως το 2035 στο πλαίσιο του νέου Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα που πρόκειται να οριστικοποιηθεί ως τον Ιούνιο του 2024.