«Δηλώνω ένοχη» είπε μία εκ των υπευθύνων της Lafarge, η Μαγκαλί Άντερσον, στις 18 Οκτωβρίου του παρελθόντος έτους, ενώπιον του ομοσπονδιακού δικαστή Γουίλιαμ Κουντζ στο Μπρούκλιν των ΗΠΑ, «διότι από τον Αύγουστο του 2013 έως τον Νοέμβριο του 2014, η εταιρεία μου, ομού με τη Lafarge Cement Syria, εν γνώσει τους και ηθελημένα, συμφώνησαν σε μια συνωμοσία για την πραγματοποίηση και την έγκριση πληρωμών προς όφελος των ενόπλων ομάδων στη Συρία».[1]

«Βέβαια», πρόσθεσε η Άντερσον, «τα άτομα που ήταν υπεύθυνα για αυτή τη συμπεριφορά έχουν αποχωρήσει από την εταιρεία από το 2017», και το κεφάλαιο έκλεισε εδώ με αυτή τη συμπεφωνημένη ομολογία και με την επιπλέον υποχρέωση να πληρώσει πρόστιμο 777 εκ. δολαρίων στην κυβέρνηση των ΗΠΑ και σε οικογένειες των θυμάτων του τότε πολέμου, καθώς και με την τριετή αναστολή των δραστηριοτήτων της εκεί βιομηχανίας τσιμέντου. 

Με άλλα λόγια, η γνωστή πολυεθνική (πρώην γαλλική και νυν ελβετική) εταιρεία, η οποία δραστηριοποιείται και στη χώρα μας μετά την εξαγορά της τσιμεντοβιομηχανίας Ηρακλής, παραδέχεται ότι πλήρωσε εκατομμύρια στον ISIS για να διατηρήσει το εργοστάσιό της στη Συρία σε λειτουργία, εν μέσω του προ δεκαετίας άγριου πολέμου. Μια δωροδοκία η οποία μεταφράστηκε ως υποστήριξη σε τρομοκρατικές οργανώσεις, δηλαδή το Ισλαμικό Κράτος και το μέτωπο Al-Nusra, υπεύθυνους μεταξύ άλλων και για δολοφονίες Αμερικανών στρατιωτών. Για την ενίσχυση του κατηγορητηρίου, ο βοηθός γενικός εισαγγελέας Ματ Όλσεν είπε ότι η νομοθεσία των ΗΠΑ για την αντιμετώπιση της τρομοκρατίας επεκτείνεται και σε πολυεθνικές εταιρείες που έχουν πρόσβαση στις αγορές και τις τράπεζες των ΗΠΑ.

Προφανώς αυτή η διευθέτηση δεν ικανοποίησε πλήρως την κοινή γνώμη, και γι’ αυτό, στις 10 Δεκεμβρίου του 2022, γύρω στις 6 το απόγευμα, περίπου 200 περιβαλλοντικοί ακτιβιστές, φορώντας τις χαρακτηριστικές  στολές των εργατών όταν βρίσκονται σε χώρους εξαιρετικά ανθυγιεινούς, εισέβαλαν ξαφνικά σε ένα εργοστάσιο τσιμέντου της εταιρείας Lafarge στη Νότια Γαλλία. Οι υποδομές του εργοστασίου φαίνεται να υπέστησαν ζημιές από την επίθεση, η οποία δεν ήταν και πολύ ειρηνική, αφού επιστρατεύτηκαν σφυριά και λοστοί, καταστράφηκαν ηλεκτρικοί πίνακες, παράθυρα έσπασαν, λάστιχα αυτοκινήτων ξεφούσκωσαν και γκράφιτι γέμισαν τους τοίχους.

Η «Action Lafarge», όπως αυτοαποκλήθηκε η ομάδα των ακτιβιστών, κατηγορεί με αυτόν τον τρόπο την εταιρεία, μέρος του ομίλου ετερογενών δραστηριοτήτων Holcim, ότι εκτός των άλλων της αμαρτιών είναι και ένας από τους μεγαλύτερους ρυπαντές και παραγωγούς CO2 στη Γαλλία και σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Σύμφωνα με το ανακοινωθέν που εξέδωσε η Action Lafarge, από τις 50 πιο ρυπογόνες βιομηχανικές εγκαταστάσεις στη Γαλλία οι 20 είναι εργοστάσια τσιμέντου, συμπεριλαμβανομένου αυτού που δέχθηκε την επίθεση, το οποίο παράγει περισσότερους από 444.464 τόνους CO2 ετησίως και τροφοδοτεί τους κλιβάνους του με ακατάλληλα και τοξικά καύσιμα. Γι’ αυτό άλλωστε τα τελευταία τρία χρόνια τόσο στη Γαλλία όσο και στην Ελβετία η Lafarge έχει γίνει στόχος, ιδιαίτερα την περίοδο 2021-22 με επιθέσεις και δολιοφθορές, άλλοτε συμβολικές και άλλοτε με σοβαρές οικονομικές συνέπειες.

Οι κατηγορίες όμως δεν σταματούν εδώ. «Στόχος της βιομηχανίας τσιμέντου είναι», συνεχίζει η περιβαλλοντική ομάδα, «όχι μόνο να πουλήσει τσιμέντο – υπό την προστασία ακόμη και του ISIS – αλλά και να ξαναχτίσει αυτό που καταστρέφει ο πόλεμος. Να κερδίζει δηλαδή και στον πόλεμο και στην ειρήνη». Και πηγαίνουν ακόμη παραπέρα: «Στο περιβάλλον μας αλλά και στο συλλογικό  φαντασιακό, το μπετόν έχει γίνει κανόνας υπό την πίεση των λόμπι και τη συνενοχή των δημοσίων αρχών. Βρίσκεται στην καρδιά των πιο παράλογων έργων ακόμα και της τελευταίας δεκαετίας: τα εργοτάξια του «Μεγάλου Παρισιού», το αεροδρόμιο Notre-Dames-des-Landes, την επέκταση του λατομείου Château-Gontier στο Mayenne, την τσιμεντοποίηση της  γεωργικής γης στο Pertuis…».

Από τη μεριά του, ο Φρανσουά Πετρύ, διευθύνων σύμβουλος της Lafarge, αρνήθηκε τους ισχυρισμούς των περιβαλλοντιστών και επέμεινε ότι το εργοστάσιο, όπως όλα τα εργοστάσια της εταιρείας, χρησιμοποιεί τεχνολογία αιχμής, φιλική προς το περιβάλλον. Έτσι κι αλλιώς όμως, η συγκεκριμένη μονάδα θα χρειαστεί να παραμείνει εκτός λειτουργίας για αρκετές εβδομάδες λόγω των ζημιών που προκλήθηκαν. Σύμφωνα με πληροφορίες, ξεκίνησε έρευνα από τον εισαγγελέα της Μασσαλίας και η Lafarge υπέβαλε μήνυση.

Πολλά ερωτήματα παραμένουν ανοιχτά, για τους πραγματικούς υπεύθυνους της δωροδοκίας, για τις μεθόδους των ακτιβιστών (κάποιοι τους αποκαλούν «οικοτρομοκράτες») και εν τέλει για τον ρόλο του τσιμέντου στη σύγχρονη εποχή – υλικό για όλες τις δουλειές, φτηνό και εύχρηστο, ή αντίθετα μαύρο πρόβατο της βιομηχανικής ανάπτυξης και καταστροφέας του αστικού (και όχι μόνο) τοπίου;

The Free Writer

Φωτο: Lundi Matin

[1] Δείτε το σχετικό βίντεο εδώ