Η ΕΕ πρέπει να διπλασιάσει τώρα τις προσπάθειες για χτίσιμο συμμαχιών στην αντιμετώπιση της Κλιματικής Αλλαγής, ιδιαίτερα στις διαπραγματεύσεις με τις χώρες του Νότου.
Τα ακραία καιρικά φαινόμενα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή πλήττουν ήδη μεγάλα τμήματα της Ευρώπης. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι στο μέλλον τα πράγματα μόνο θα χειροτερέψουν. Ένας από τους λόγους είναι ότι η δράση της Ευρωπαϊκής Ένωσης από μόνη της δεν μπορεί να διορθώσει το πρόβλημα, δεδομένου ότι το μπλοκ των χωρών που αντιπροσωπεύει σχετίζεται μόλις με το 7% των παγκόσμιων εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα.
Ταυτόχρονα, το μεταβαλλόμενο διεθνές πολυμερές σύστημα διαπραγματεύσεων και λήψης αποφάσεων δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πρόκληση που παρουσιάζει η κλιματική αλλαγή. Η αποτελεσματική ευρωπαϊκή δράση απαιτεί συνεργασία με διάφορους εταίρους σε ποικίλες μορφές, συμπεριλαμβανομένων των παραδοσιακών πολυμερών φόρουμ, των ad hoc συνασπισμών, των «προθύμων» και των διμερών ευκαιριακών συναντήσεων με κράτη που κρατούν κλειδιά στα χέρια τους και έχουν άσσους στα μανίκια.
Κρίσιμες συμμαχίες
Μέχρι στιγμής, οι Ευρωπαίοι έχουν επιτύχει να προωθήσουν την παγκόσμια ατζέντα για το κλίμα – από τη σύσταση της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή το 1988 και τη συμφωνία για τη σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Κλίμα (UNFCCC) το 1992, έως τη συμφωνία του Παρισιού το 2015. Η οικοδόμηση συμμαχιών με ενδιαφερόμενους εταίρους, συμπεριλαμβανομένου του παγκόσμιου Νότου, ήταν πάντα ζωτικής σημασίας.
Τώρα, το γεωπολιτικό τοπίο έχει αλλάξει. Όταν τα συμβαλλόμενα μέρη υπέγραψαν τη Σύμβαση για το Κλίμα, πριν από 35 χρόνια, ο ψυχρός πόλεμος είχε μόλις τελειώσει. Οι ευρωπαϊκές χώρες, οι Ηνωμένες Πολιτείες και η Ιαπωνία κυριάρχησαν στην παγκόσμια οικονομία. Αλλά σήμερα είναι η Κίνα που αναδύεται σε οικονομική υπερδύναμη και μακράν ο μεγαλύτερος παραγωγός CO2 στον κόσμο. Στην Ινδία επίσης, τη Βραζιλία και τη νοτιοανατολική Ασία οι εκπομπές αυξάνονται ραγδαία. Εν τω μεταξύ, το μερίδιο της ΕΕ στην παγκόσμια οικονομία και στον παγκόσμιο πληθυσμό συρρικνώνεται.
Η πανδημία και οι αυξανόμενες τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, μετά την επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχουν, μεταξύ άλλων, βαρύ τίμημα σε πολλές αναπτυσσόμενες χώρες, αυξάνοντας την πείνα και τροφοδοτώντας αντιδράσεις και πολιτικές διαμαρτυρίες. Η ΕΕ και τα κράτη μέλη έχουν προσπαθήσει σε κάποιο βαθμό να παράσχουν στήριξη, για παράδειγμα μέσω επισιτιστικών προγραμμάτων. Αλλά πολλοί στον παγκόσμιο Νότο θεωρούν ότι ο πόλεμος αυτός, που «δεν είναι δική τους δουλειά», τους πλήττει δυσανάλογα. Έτσι, δημιουργείται γόνιμο έδαφος για ρωσική και κινεζική προπαγάνδα.
Επιπλέον, η κατάσταση αυτή συμβάλλει στη δυσπιστία μεταξύ του παγκόσμιου Βορρά και του Νότου, γεγονός που με τη σειρά του καθιστά πιο δύσκολο για τους Ευρωπαίους να σχηματίσουν συμμαχίες με αναπτυσσόμενες χώρες, τη στιγμή μάλιστα που η Κίνα αυξάνει την επιρροή της στα κράτη αυτά. Τα συχνά αδιέξοδα στις διεθνείς εμπορικές διαπραγματεύσεις και η κρίση νομιμότητας στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου περιπλέκουν την έτσι κι αλλιώς δύσκολη κατάσταση, αφού οι δράσεις για το κλίμα διασταυρώνονται εξ ορισμού με τις προτεραιότητες του εμπορίου και τον ανταγωνισμό.
Από την άλλη μεριά, η ομάδα BRICS της Βραζιλίας, της Ρωσίας, της Ινδίας, της Κίνας και της Νότιας Αφρικής, έχει ασκήσει έντονη κριτική σε ευρωπαϊκές δράσεις για το κλίμα, όπως για παράδειγμα στον μηχανισμό συνοριακής προσαρμογής άνθρακα (CBAM)* της ΕΕ, ο οποίος θα τεθεί σε εφαρμογή τον Οκτώβριο (2023).
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο, αρκετές ακόμη χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Αλγερίας και της Ινδονησίας, επιδιώκουν τώρα να ενταχθούν στην ομάδα των BRICS, πράγμα που θα ήταν μια σημαντική επέκταση, και θα δυνάμωνε το λόμπυ των αντιφρονούντων στις διαπραγματεύσεις για το κλίμα. Άλλωστε το γκρουπ των αναπτυσσόμενων χωρών με ισχυρή κινεζική επιρροή, αντιτάχθηκε σε αρκετές προτάσεις της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των στόχων «καθαρού μηδενικού ισοζυγίου» και του φιλόδοξου προγράμματος για τον «μετριασμό».
Αυτό το μεταβαλλόμενο παγκόσμιο τοπίο είναι εμφανές και στις συνεδριάσεις της G20. Η Ινδονησία φιλοξένησε τη σύνοδο κορυφής της ομάδας πέρυσι, αντανακλώντας την αυξανόμενη δύναμη και την επιρροή των περιοχών της Ασίας-Ειρηνικού. Η Ινδία, η οποία ασκεί επί του παρόντος την προεδρία της G20, έχει ζητήσει ισχυρότερο ρόλο για τον παγκόσμιο Νότο σε θέματα όπως η κλιματική αλλαγή.
Ταυτόχρονα, ωστόσο, έχουν προκύψει διαιρέσεις και εντός της ομάδας «G77 και Κίνα» των αναπτυσσόμενων χωρών, με κράτη ιδιαίτερα ευάλωτα στην κλιματική αλλαγή να ζητούν από την Κίνα και άλλους μεγάλους παραγωγούς CO2 εντός της G77 να περιορίσουν τις εκπομπές τους. Οι διαφορετικές επίσης απόψεις για τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία δημιουργούν επιπλέον εντάσεις.
Αργή πρόοδος
Η πρόοδος στο πολυμερές σύστημα υπήρξε πολύ αργή ώστε να ανταποκριθεί στην ανησυχητική επιτάχυνση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της. Ειδικότερα, η ανάγκη για συναίνεση στο πλαίσιο της UNFCCC περιπλέκει τη λήψη αποφάσεων.
Με τη σειρά τους βέβαια, παράγοντες ομοϊδεατών έχουν σχηματίσει «συνασπισμούς των προθύμων», τόσο μεταξύ κυβερνήσεων όσο και εντός του ιδιωτικού τομέα. Στην ΕΕ, ευρωπαϊκές χώρες και εταιρείες διαδραματίζουν συχνά ηγετικό ρόλο σε τέτοιες πρωτοβουλίες. Στη σύνοδο της UNFCCC για το κλίμα στη Γλασκώβη το 2021 (COP26), η πρόοδος στις επίσημες διαπραγματεύσεις επετεύχθη και μέσω συνασπισμών όπως αυτοί — για παράδειγμα μέσω του Breakthrough Agenda – μιας πρωτοβουλίας καθαρής τεχνολογίας υπό την ηγεσία του Ηνωμένου Βασιλείου που υπογράφτηκε από την ΕΕ και άλλα 41 κράτη.
Ωστόσο, πέρυσι στην COP27 στην Αίγυπτο οι εντάσεις ήταν και πάλι υψηλές μεταξύ ανεπτυγμένων και αναπτυσσόμενων χωρών. Παρά ταύτα, τα συμβαλλόμενα μέρη συμφώνησαν τελικά σε μια διαδικασία για τη χρηματοδότηση των απωλειών και των ζημιών που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή για τα πιο ευάλωτα κράτη. Όμως οι προοπτικές είναι αμυδρές για τυχόν νέες σημαντικές δεσμεύσεις στην επικείμενη COP28 στο Ντουμπάι. Επιπλέον, μπορεί να είναι δύσκολο για τα μέρη να συμφωνήσουν ακόμη και για την ακριβή τοποθεσία του COP29: σύμφωνα με τους κανόνες του ΟΗΕ, αυτή η διάσκεψη θα πρέπει να πραγματοποιηθεί στην ανατολική Ευρώπη – αλλά η Ρωσία πιθανότατα θα αντιταχθεί σε υποψηφιότητες κρατών μελών της ΕΕ, όπως η Τσεχία και η Βουλγαρία.
Ως εκ τούτου, η πολυμερής προσέγγιση για το κλίμα εξακολουθεί μεν να κινείται προς τα εμπρός μέσω της UNFCCC, αλλά το μεταβαλλόμενο γεωπολιτικό περιβάλλον προδικάζει ότι η ΕΕ και τα ανεξάρτητα κράτη μέλη θα έχουν λιγότερη επιρροή από ό,τι στο παρελθόν.
* CBAM: Carbon Border Adjustment Mechanism (Συνοριακός Μηχανισμός προσαρμογής Άνθρακα). Στη μεταβατική του φάση θα τεθεί σε ισχύ από την 1η Οκτωβρίου 2023. Αρχικά θα ισχύει για εισαγωγές ορισμένων προϊόντων και υλικών των οποίων η παραγωγή είναι εντάσεως άνθρακα, και για βιομηχανίες υψηλού κινδύνου διαρροής, όπως του τσιμέντου, του σιδήρου, του χάλυβα, του αλουμινίου, των λιπασμάτων, της ηλεκτροπαραγωγής και του υδρογόνου (από φυσικό αέριο).
Clima21 team