Η Δυτική Ανταρκτική χάνει περίπου 80 δισεκατομμύρια τόνους πάγου ετησίως και ήδη συμβάλλει καθοριστικά στην παγκόσμια άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Οι ποσότητες πάγου που φιλοξενεί αρκούν για να προκαλέσουν ανύψωση έως και 5 μέτρα, αλλά δεν γνωρίζουμε ούτε πόσες θα λιώσουν ούτε πόσο γρήγορα.

Ο Νότιος Ωκεανός διαρκώς θερμαίνεται λιώνοντας το στρώμα πάγου της Δυτικής Ανταρκτικής με ρυθμό που προβλέπεται να επιταχυνθεί ραγδαία στη διάρκεια αυτού του αιώνα, ανεξάρτητα από το πόσο θα μειωθούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου τις επόμενες δεκαετίες. Αυτό δείχνει η έρευνα των Kaitlin Naughten και Paul Holland της ομάδας British Antarctic Survey του Πανεπιστημίου του Cambridge και Jan De Rydt ερευνητή στο Πανεπιστήμιο Northumbria. Η τήξη των πάγων αναμένεται να συμβάλει στην άνοδο της στάθμης της θάλασσας, με συνέπειες για τις παράκτιες κοινότητες σε όλο τον κόσμο.

Το στρώμα πάγου της Ανταρκτικής, το μεγαλύτερο στον κόσμο, είναι ένα σύστημα διασυνδεδεμένων παγετώνων που δημιουργείται από χιονοπτώσεις και διατηρείται όλο το χρόνο. Οι παράκτιες παγοκρηπίδες σταθεροποιούν τους παγετώνες πίσω τους. Ο ωκεανός λιώνει τις παγοκρηπίδες στη ρίζα τους και εάν αυτές λεπτύνουν πάρα πολύ το γλυκό νερό των παγετώνων ελευθερώνεται γρήγορα στον ωκεανό ανεβάζοντας τη στάθμη της θάλασσας.

Στη Δυτική Ανταρκτική, ιδιαίτερα στη Θάλασσα του Amundsen, αυτή η διαδικασία συνεχίζεται εδώ και δεκαετίες. Οι παγοκρηπίδες λεπταίνουν, οι παγετώνες ρέουν πιο γρήγορα προς τον ωκεανό και το στρώμα πάγου συρρικνώνεται. Οι μετρήσεις της θερμοκρασίας των ωκεανών σε αυτήν την περιοχή είναι περιορισμένες, ωστόσο τα μοντέλα δείχνουν ότι μπορεί να έχουν θερμανθεί ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής.

Η ερευνητική ομάδα, για να προβλέψει το λιώσιμο των πάγων έως το 2100, επέλεξε να μοντελοποιήσει τη Θάλασσα του Amundsen επειδή ο πάγος εκεί είναι εξαιρετικά ευάλωτος, χρησιμοποιώντας ως βάση σύγκρισης ένα περιφερειακό μοντέλο. Πόσο μπορεί να αποτραπεί η τήξη με τη μείωση των εκπομπών άνθρακα και την επιβράδυνση του ρυθμού της κλιματικής αλλαγής – και κατά πόσο είναι πλέον αναπόφευκτο;

Η επιδείνωση είναι σίγουρη

Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν τον υπερυπολογιστή ARCHER2 σε μια σειρά από προσομοιώσεις του 21ου αιώνα, για να μελετήσουν την υπερθέρμανση των ωκεανών και την τήξη των πάγων στη Θάλασσα Amundsen τα τελευταία 4.000 χρόνια.

Εξέτασαν διαφορετικά σενάρια για τη χρήση ορυκτών καυσίμων, από το πιο αισιόδοξο, με την υπερθέρμανση να περιορίζεται στους 1,5°C σύμφωνα με τη Συμφωνία του Παρισιού, έως το χειρότερο, με ανεξέλεγκτη χρήση άνθρακα, πετρελαίου και φυσικού αερίου. Έλαβαν επίσης υπόψιν την επιρροή των φυσικών διακυμάνσεων στο κλίμα, όπως το Ελ Νίνιο.

Τα αποτελέσματα είναι ανησυχητικά. Σε όλες τις προσομοιώσεις ο ρυθμός θέρμανσης των ωκεανών και της τήξης των πάγων είναι γρήγορα αυξητικός κατά τη διάρκεια αυτού του αιώνα. Ακόμη και το πιο αισιόδοξο σενάριο συνεπάγεται τριπλάσια αύξηση του ιστορικού ρυθμού θέρμανσης και τήξης.

Επιπλέον, διαπιστώνεται ελάχιστη έως καθόλου διαφορά μεταξύ των σεναρίων έως το 2045. Η θέρμανση των ωκεανών και το λιώσιμο των πάγων στο σενάριο του 1,5°C είναι στατιστικά τα ίδια με το σενάριο μεσαίας κλίμακας, που είναι το πιο κοντινό σε αυτό που έχουν δεσμευθεί τα κράτη.

Το χειρότερο σενάριο προβλέπει περισσότερη απώλεια πάγου από τα υπόλοιπα, αλλά από τα μέσα περίπου του αιώνα και μετά. Μάλιστα, πολλοί ειδικοί πιστεύουν ότι οι υποθέσεις για τις ποσότητες  των ορυκτών καυσίμων που πρόκειται να καταναλωθούν στα επόμενα χρόνια δεν είναι ρεαλιστικές ούτως ή άλλως.

Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η επιταχυνόμενη υπερθέρμανση της Θάλασσας του Amundsen είναι βέβαιη τουλάχιστον έως το 2100, ανεξάρτητα από τις διεθνείς συμφωνίες για τα ορυκτά καύσιμα.

Η αύξηση της θέρμανσης και της τήξης επηρεάζει τα θαλάσσια ρεύματα  που ενισχύονται και φέρνουν περισσότερο ζεστό νερό από τα βάθη του ωκεανού προς τις παράκτιες παγοκρηπίδες. Άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι η ίδια  διαδικασία ευθύνεται για τη μείωση του πάχους των πάγων που μετρούν οι δορυφόροι.

Πόσο θα ανέβει η στάθμη της θάλασσας;

Το λιώσιμο των παγοκρηπίδων αποτελεί σημαντική αιτία ανόδου της στάθμης της θάλασσας, αλλά δεν περιγράφει ολόκληρη την ιστορία. Δεν μπορούμε να υπολογίσουμε ακριβώς το πόσο θα ανέβει η στάθμη της θάλασσας χωρίς να προσομοιώσουμε επίσης τη ροή των παγετώνων της Ανταρκτικής και το ποσοστό του χιονιού που συσσωρεύεται επιφανειακά, τα οποία δεν συμπεριέλαβε το μοντέλο της ερευνητικής ομάδας.

Ωστόσο, έχουν κάθε λόγο να πιστεύουν ότι η αυξημένη τήξη των πάγων σε αυτή την περιοχή θα προκαλέσει την επιτάχυνση του ρυθμού με τον οποίο ανέρχεται η στάθμη της θάλασσας.

Η Δυτική Ανταρκτική χάνει περίπου 80 δισεκατομμύρια τόνους πάγου ετησίως και ήδη συμβάλλει καθοριστικά στην παγκόσμια άνοδο της στάθμης της θάλασσας. Οι ποσότητες πάγου που φιλοξενεί αρκούν για να προκαλέσουν ανύψωση έως και 5 μέτρα, αλλά δεν γνωρίζουμε ούτε πόσες θα λιώσουν ούτε πόσο γρήγορα.

Θάρρος και ελπίδα

Ορισμένες συνέπειες της κλιματικής αλλαγής δεν μπορούν πλέον να αποφευχθούν, ανεξάρτητα από το πόσο μειώνεται η χρήση ορυκτών καυσίμων. Μία από αυτές είναι η τήξη σημαντικού μέρους της Δυτικής Ανταρκτικής έως το 2100.

Πώς ανακοινώνεται μια κακή είδηση; Ο κανόνας λέει ότι υποτίθεται ότι πρέπει να αφήσεις τους ανθρώπους να ελπίζουν, να πεις ότι πίσω από μια πόρτα κρύβεται μια καταστροφή, αλλά μπορούμε να την αποφύγουμε αν διαλέξουμε μια άλλη πόρτα. Τι κάνουμε όμως όταν η επιστήμη μας λέει ότι όλες οι πόρτες οδηγούν στην ίδια καταστροφή;

Η Kate Marvel, επιστήμονας που μελετά την ατμόσφαιρα, λέει πως στην περίπτωση της κλιματικής αλλαγής «χρειαζόμαστε θάρρος, όχι ελπίδα… Δηλαδή, την αποφασιστικότητα να προχωρήσουμε χωρίς εγγύηση ότι το τέλος θα είναι αίσιο». Σε αυτή την περίπτωση, θάρρος σημαίνει να στρέψουμε την προσοχή μας στην μακροπρόθεσμη προοπτική.

Το μέλλον δεν θα τελειώσει το έτος 2100, παρόλο που όσοι το διαβάζουμε δεν θα είμαστε πια εδώ. Οι προσομοιώσεις για το σενάριο του 1,5°C δείχνουν ότι το λιώσιμο των πάγων φθάνει στο ανώτατο επίπεδο και μετά σταθεροποιείται στο τέλος του αιώνα, υποδηλώνοντας ότι η περαιτέρω επιδείνωση μπορεί να αποφευχθεί. Η μείωση της ανόδου της στάθμης της θάλασσας μετά το 2100, ή ακόμα και η επιβράδυνσή της, θα μπορούσε να σώσει πολλές παράκτιες πόλεις.

Θάρρος σημαίνει αποδοχή της ανάγκης προσαρμογής, προστασία των παράκτιων κοινοτήτων όπου είναι δυνατόν, και ανοικοδόμηση ή εγκατάλειψή τους όπου δεν είναι. Προβλέποντας τη μελλοντική άνοδο της στάθμης της θάλασσας, θα έχουμε χρόνο να προετοιμαστούμε, αντί να περιμένουμε μέχρι η θάλασσα να φθάσει στο κατώφλι μας.

Πηγή: The Conversation