Η Ευρωπαϊκή υπηρεσία Copernicus Marine Service παρακολουθεί την υπερθέρμανση των ωκεανών και ιδιαίτερα κλειστών θαλασσών όπως η Μεσόγειος.

Η κλιματική αλλαγή επηρεάζει με διάφορους τρόπους τον πλανήτη μας, από την αύξηση της θερμοκρασίας των ωκεανών και την ανύψωση της στάθμης της θάλασσας, έως την απορρύθμιση της ατμόσφαιρας και τις αλλαγές που αποφέρει στη βιόσφαιρα. Ειδικότερα η αύξηση της θερμοκρασίας των ωκεανών έχει δυσμενείς επιπτώσεις στα θαλάσσια οικοσυστήματα, με τελικό αποτέλεσμα την απώλεια οικοτόπων,  όπως οι κοραλλιογενείς ύφαλοι και τα υποθαλάσσια λιβάδια, και τελικά την κατάρρευση των θαλάσσιων τροφικών δικτύων.

Κάθε χρόνο, με την ευκαιρία της «Παγκόσμιας Ημέρας Ωκεανών», που γιορτάζεται στις 8 Ιουνίου, η Ευρωπαϊκή υπηρεσία  Copernicus Marine Service συντάσσει μια έκθεση για την κατάσταση και την υγεία των θαλάσσιων οικοσυστημάτων, έτσι ώστε να διαχειριστούμε με πιο βιώσιμο τρόπο τα αγαθά και τις υπηρεσίες που μας προσφέρουν. Η Copernicus Marine Service παρακολουθεί ένα σύνολο φυσικών παραμέτρων/δεικτών του ωκεανού γνωστών με την ονομασία Blue Ocean. Η άνοδος της στάθμης, η επιφανειακή θερμοκρασία, η αλατότητα και τα θαλάσσια ρεύματα συγκαταλέγονται μεταξύ των δεικτών που παρακολουθούνται.

Η Copernicus Marine Service δημοσιεύει σημαντικά ωκεανογραφικά δεδομένα σε εκθέσεις υψηλού επιπέδου, καθώς και στην δική της ετήσια έκθεση με τον τίτλο Ocean State Report. Πρόσφατα, τα δεδομένα της Copernicus Marine Service σχετικά με την στάθμη των θαλασσών δημοσιεύτηκαν στις εκθέσεις διεθνών οργανισμών, όπως η European State of the Climate και State of the Global Climate του Παγκόσμιου Μετεωρολογικού Οργανισμού (WMO). Η συνέχιση και επέκταση της συλλογής δεδομένων υψηλής ποιότητας και στην συνέχεια της παροχής τους  προς τους χρήστες και τα κέντρα που χαράσσουν περιβαλλοντική πολιτική αποτελεί προτεραιότητα για την Copernicus Marine Service.

Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της υπηρεσίας, οι ωκεανοί  απορροφούν σχεδόν το 90% της θερμότητας που προκύπτει από τις δραστηριότητες του ανθρώπου πάνω στην Γη. Κατά τις τελευταίες δεκαετίες το γεγονός αυτό προκαλεί γενική μέση αύξηση της επιφανειακής θερμοκρασίας των ωκεανών κατά 0,014 ± 0,001°C ετησίως. Ειδικότερα, ο Ιούλιος του 2019 υπήρξε ο θερμότερος Ιούλιος που καταγράφηκε από την Copernicus Marine Service και προκάλεσε ακραίες διαταραχές. Η αύξηση της επιφανειακής θερμοκρασίας των θαλασσών προκάλεσε υψηλές ατμοσφαιρικές θερμοκρασίες, ιδιαίτερα σημαντικές στις θάλασσες που περιβάλλονται από χέρσους, όπως ο Αρκτικός Ωκεανός και η Μεσόγειος.

Η θέρμανση των ωκεανών επηρεάζει τον καιρό, με αποτέλεσμα την αύξηση της συχνότητας και της έντασης των καιρικών φαινομένων. Οι κυκλώνες, για παράδειγμα, τείνουν να αναπτυχθούν όταν η θερμοκρασία του ωκεανού σε βάθος 60 μέτρα πλησιάζει τους 26,5°C. Οι θαλάσσιες μάζες διαστέλλονται όταν θερμαίνονται, συμβάλλοντας στην άνοδο της στάθμης. Περίπου το 40% της συνολικής ανόδου της στάθμης των ωκεανών μπορεί να αποδοθεί στην διαστολή λόγω θέρμανσης των θαλασσών.

Ακραίες αυξήσεις της θερμοκρασίας των θαλασσών, προσωρινές αλλά παρατεταμένες (πέντε ημέρες ή περισσότερο), ονομάζονται «θαλάσσιοι καύσωνες» (marine heatwaves ή MHWs). Τα γεγονότα αυτά παρατηρούνται σε διάφορες περιοχές του παγκόσμιου ωκεανού. Αυξήθηκαν σε ένταση και συχνότητα κατά τις τελευταίες δεκαετίες, με καταστροφικές επιπτώσεις τόσο στα οικοσυστήματα όσο και στις ανθρώπινες δραστηριότητες. Επιπλέον, οι θαλάσσιοι και οι ατμοσφαιρικοί καύσωνες αλληλοτροφοδοτούνται. Για παράδειγμα, το 2020 ήταν ιδιαίτερα θερμό για την περιοχή της Μεσογείου σε χέρσο και θάλασσα. Θερμοκρασιακές αποκλίσεις από την κανονική θερμοκρασία πάνω από 5°C παρατηρήθηκαν την περίοδο Αυγούστου-Σεπτεμβρίου. Το γεγονός αυτό οδήγησε σε ακραίες βροχοπτώσεις και επακόλουθες πλημμύρες, που έγιναν γνωστές ως «κυκλώνας Ιανός» στην νότια Ιταλία και την Ελλάδα.

Μεταβολή της έντασης θαλάσσιου καύσωνα στην Μεσόγειο, από την 1η έως την 30η Σεπτεμβρίου 2020, σε βαθμούς Κελσίου πάνω από την κανονική θερμοκρασία της περιόδου 1982–2011.

Στην Μεσόγειο Θάλασσα, η τάση αύξησης της επιφανειακής θερμοκρασίας, η οποία επιταχύνθηκε κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες, συνδέεται με την αυξανόμενη συχνότητα των MHW. Για παράδειγμα, κατά το έτος 2017 στην Δυτική Μεσόγειο παρατηρήθηκε ο μεγαλύτερος αριθμός ημερών με MHW των τελευταίων 40 ετών. Οι διεργασίες που προκαλούν τα MHW δεν έχουν γίνει ακόμη καλά κατανοητές. Ωστόσο, είναι φανερό ότι η συχνότητα, η διάρκεια και η ένταση των MHW συσχετίζονται με ταχεία θέρμανση της Μεσογείου. Η πλέον άμεση και δραματική επίπτωση των MHWs είναι η πρόκληση μαζικών θανάτων που παρουσιάζονται σε όλο και μεγαλύτερο αριθμό θαλάσσιων ειδών, κυρίως ασπονδύλων όπως οι αχινοί και οι πίνες, και η καταστροφή των οικοτόπων, από την επιφάνεια (υποθαλάσσια λιβάδια) μέχρι τα βάθη (βιοκοινωνίες κοραλλιών).

Με την χρήση δικτύου δορυφορικών εικόνων της επιφανειακής θερμοκρασίας της Μεσογείου γνωστού ως T-MEDNet η Copernicus Marine Service ανέπτυξε ένα σύστημα παρακολούθησης των επεισοδίων MHW σε πραγματικό χρόνο με διακριτική ικανότητα 4 km. Το σύστημα παρακολούθησης παρέχει καθημερινή περιγραφή της έντασης και της έκτασης των MHWs πάνω από όλη την Μεσόγειο και την παράκτια ζώνη.

Η θερμοκρασία των ωκεανών εξαρτάται από τα βάθη και την γεωγραφική θέση κάθε περιοχής. Τα θαλάσσια ρεύματα ρυθμίζουν τελικά την θερμοκρασία οριζόντια και κατά βάθος. Σε τελική ανάλυση, οι ωκεανοί παίζουν καθοριστικό ρόλο στην αναδιανομή της θερμότητας στο σύνολο του πλανήτη, καθώς τα θαλάσσια ρεύματα μεταφέρουν τόσο τις θερμές θαλάσσιες μάζες από τον ισημερινό προς τους πόλους της Γης όσο και αντίστροφα, από τους πόλους προς τον ισημερινό.

Πηγή: Copernicus Marine Service

Απόδοση: Παναγιώτης Παναγιωτίδης, ωκεανογράφος