Στις μέρες μας, το ζήτημα του κλίματος συνθέτει μια νέα πλέον πολιτική στην προσέγγιση της έννοιας του χώρου και της χωρικότητας, μια πολιτική που συνδέεται ειδικότερα με την απουσία συνόρων και την αδυναμία προσδιορισμού των ορίων επέκτασης των κρίσεων.

Στην ιστορία, προτού γίνει αντικείμενο επιστημονικής γνώσης και επομένως στοιχείο του φιλοσοφικού ορθολογισμού, το κλίμα είναι, κατά πρώτον, πεδίο έκφρασης του φαντασιακού. Άλλοτε μια πηγή φόβου και ανησυχίας, κι άλλοτε, αντίθετα, ένα καλάθι με χαρές και ευχάριστες εκπλήξεις, όπως άλλωστε κι όλα τα ανθρώπινα πολιτικά και πολιτιστικά γεγονότα.

Σύμφωνα με τον E. Le Roy Ladurie, η γεωργία είναι η ανθρώπινη δραστηριότητα που συνδέεται περισσότερο από κάθε τι άλλο με το κλίμα και τις επιπτώσεις του. Επηρεάζει άμεσα την παραγωγή, το πλεόνασμα, τις οικονομικές σχέσεις, την καθημερινή ζωή των ανθρώπων.

H αλλαγή των εποχών διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την κουλτούρα των πρώτων πολιτισμών. Προσδιόριζε το χρόνο της σποράς και της συγκομιδής των καλλιεργειών, τις περιόδους του κυνηγιού και την κατεύθυνση που είχε η μετακίνηση της νομαδικής κτηνοτροφίας. Τα σπίτια στις πιο παραδοσιακές κοινωνίες ήταν έτσι κατασκευασμένα που να παρέχουν προστασία απέναντι στις ιδιοτροπίες του καιρού, το κρύο, τη ζέστη, τις βαριές χιονοπτώσεις, τη μεγάλη διάρκεια της χειμωνιάτικης νύχτας. Οι αλλαγές των εποχών επέβαλαν συγκεκριμένους τύπους ενδυμασίας, ενέπνευσαν τη λογοτεχνία, σημάδεψαν τις παραδόσεις, τους μύθους και τις θρησκείες. O Δίας με τις χειμωνιάτικες βροχές γονιμοποιεί τη γη, ενώ oι ήρωες του Αριστοφάνη τρώνε και πίνουνε στο εσωτερικό των σπιτιών, καθώς η κακοκαιρία τους αναγκάζει σε μια προσωρινή ανάπαυλα απ’ την σκληρές γεωργικές εργασίες. Η πραγματική δουλειά θα ξαναρχίσει με την άνοιξη και τα πρώτα χελιδόνια.

Η φύση είναι κι αυτή προσαρμοσμένη στις αλλαγές. Το έτος, που αντιστοιχεί σε μια πλήρη περιστροφή της Γης γύρω από τον Ήλιο, χωρίζεται, στις εύκρατες ζώνες, σε τέσσερις εποχές. Η διαδοχή τους σημαδεύει βαθιά τη συμπεριφορά και τη φυσιολογία των ζώων. Ήδη από τον 4ο  π.Χ. αιώνα, ο Αριστοτέλης διαπιστώνει ότι φαινόμενα τόσο διαφορετικά όπως η χειμερία νάρκη, η αποδημία και η αναπαραγωγή παρατηρούνται σε συγκεκριμένες περιόδους κατά τη διάρκεια του έτους. «Τα πουλιά», γράφει, «μεταναστεύουν μετά τη φθινοπωρινή ισημερία για να αποφύγουν τον επερχόμενο χειμώνα. Η αρκούδα οδηγεί τα μικρά της έξω από τη φωλιά τον τρίτο μήνα μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο…»[1]

Ο Αριστοτέλης θεωρούσε με άλλα λόγια, πως η ζωή των ζώων μοιράζεται ανάμεσα σε δυο δραστηριότητες: την αναζήτηση τροφής και τον αναπαραγωγικό κύκλο. Και οι δυο ρυθμίζονται από την εναλλαγή των εποχών.

Σήμερα, οι βιολόγοι διαπιστώνουν πως η δομή και η λειτουργία των διαφόρων οργάνων των ζώων μεταβάλλονται κατά τη διάρκεια του έτους. Για πολλά είδη, όπως είναι το σύνολο σχεδόν των ασπόνδυλων, οι λειτουργίες καταστέλλονται κατά τη διάρκεια του χειμώνα για να επανέλθουν και να κορυφωθούν  την άνοιξη. Στις περιοχές με μεσογειακό κλίμα, όπου η δύσκολη εποχή δεν είναι ο σχετικά ήπιος χειμώνας αλλά το καλοκαίρι, πολλά από τα φυτά και τα ζώα πέφτουν σε ένα είδος θερινής νάρκης, μέχρις ότου αναζωογονηθούν με τις πρώτες βροχές του φθινοπώρου. Τότε  η γη πρασινίζει, τα λουλούδια ανθίζουν και βγαίνουν τα σαλιγκάρια. Ακόμη πιο εντυπωσιακή είναι η προσαρμογή της χλωρίδας και τις πανίδας στο ακραίο κλίμα των ερήμων. Πολλά από τα φυτά, όπως οι κάκτοι, αποθηκεύουν μεγάλες ποσότητες νερού στα σαρκώδη φύλλα τους που τους επιτρέπουν να επιβιώνουν σε μακρές περιόδους ζέστης και ξηρασίας, ενώ άλλα περνούν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής τους σε μορφή σπόρου, που περιμένει συχνά χρόνια ή και δεκαετίες μια σύντομη βροχή για να φυτρώσει, να ανθίσει και να γεννήσει νέος σπόρους και να ξεραθεί μέσα σε λίγες μόνο ημέρες.

Οι μεταφορές και τα ταξίδια, ιδίως η ναυσιπλοΐα, αποτελούν τον άλλο τομέα της κοινωνικής δραστηριότητας που υπόκειται στενά στους περιορισμούς και τις απαιτήσεις του κλίματος. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο τα κακά καιρικά φαινόμενα και τα κλιματικά ατυχήματα πάντα τροφοδότησαν την οικοδόμηση της ταυτότητας των ηρώων στο επίπεδο της πολιτικής του φαντασιακού. Το κλίμα έχει παίξει πάντα το ρόλο ενός είδους δοκιμασίας στην οποία υπόκεινται οι χαρακτήρες των προσώπων μέσα στους μύθους και τις ιστορίες. Το κλίμα είναι που καθοδηγεί, δίνοντας μια μορφή νομιμότητας στις πολιτικές επιλογές των λαών για την ανάπτυξη, την εδαφική επέκταση ή την κατασκευή των μεγάλων δικτύων. Λέει ο Sun Tzu στο The Art of War: «Και αυτός είναι ο λόγος που λέω: Αν γνωρίζετε τον εχθρό, αν ξέρετε καλά  τον εαυτό σας, η νίκη σας δεν θα απειληθεί ποτέ. Αν γνωρίσετε το έδαφος και τις καιρικές συνθήκες, η νίκη σας θα είναι ολοκληρωτική» [2].

Στο πεδίο του πολιτικού φαντασιακού, ο θρησκευτικός λόγος υιοθετεί επίσης μορφές εξιδανίκευσης ή θεοποίησης του κλίματος. Αντιπροσωπεύει έναν τρόπο πλήρωσης του ελλείμματος στην πραγμάτωση του πολιτικού, υποδεικνύοντας έμμεσα αυτό που οι άνθρωποι αδυνατούν να ελέγξουν και γι’ αυτό το παραδίδουν στο μεταφυσικό και στις θρησκευτικές του αναπαραστάσεις.

Ο 18ος αιώνας θα προσφέρει μιαν άλλη εκπροσώπηση της πολιτικής σημασίας του κλίματος. Είναι μια ιστορική στιγμή όπου η προσπάθεια εξορθολογισμού και ερμηνείας των κοινωνικών εξελίξεων συναντά τις απόπειρες θεωρητικοποίησης της δύναμης που έχει το περιβάλλον στις πρακτικές και στους τρόπους οργάνωσης των κοινωνιών. Για τον Montesquieu για παράδειγμα, η πολιτική σημασία του κλίματος οφείλεται στο γεγονός ότι δημιουργεί και διαρθρώνει την ψυχή και, κατά συνέπεια, την κοινωνικότητα. «Αν είναι αλήθεια», γράφει, «ότι ο χαρακτήρας του νου και τα πάθη της καρδιάς είναι εξαιρετικά διαφορετικοί σε διαφορετικά κλίματα, οι νόμοι πρέπει να είναι σχετικοί και αντίθετοι με αυτά τα πάθη…». [3]

Το κλίμα, με αυτή τη λογική, επιστρατεύεται ως μια μορφή παραγωγής συναισθημάτων και  συμπεριφορών που μια πολιτική διαμεσολάβηση πρέπει να κανονικοποιήσει σε έναν κόσμο όπου τα αιτήματα της κατανόησης των συμβαινόντων, της συλλογικότητας και του ανήκειν αρχίζουν να γίνονται κυρίαρχα.

Από τον 19ο αιώνα και μετά, ο πολιτικός λόγος για το κλίμα σχετίζεται επιπλέον με την υποβάθμιση του περιβάλλοντος, με τις υπερβολές της αστικοποίησης, τις αυθαιρεσίες της εκβιομηχάνισης. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, η γνώση για τις μεταβολές  του κλίματος δεν σχετίζεται μόνο με την ορθολογικότητα των καθεστώτων: είναι μια διαμεσολάβηση για την επίλυση των κρίσεων και αρχίζει να πραγματεύεται τις παθολογίες που συνοδεύουν την ίδια την ανάπτυξη. Το 1988 η συγκρότηση της  Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) αποτέλεσε ιστορικό ορόσημο στα παγκόσμια πράγματα, με την παράμετρο του  κινδύνου να βρίσκεται τώρα στο επίκεντρο του πολιτικού προβληματισμού. Σύμφωνα με τους όρους της ίδρυσής της, η IPCC θα πρέπει εφεξής – από τη διάσκεψη του Ρίο και μετά – να  […] αξιολογεί, χωρίς προκατάληψη και με τρόπο μεθοδικό, σαφή και αντικειμενικό τις επιστημονικές, τεχνικές και κοινωνικοοικονομικές πληροφορίες […] που απαιτούνται για την καλύτερη κατανόηση των επιστημονικών βάσεων των κινδύνων που συνδέονται με τις κλιματικές αλλαγές ανθρώπινης προέλευσης, να εντοπίζει με μεγαλύτερη ακρίβεια τις πιθανές συνέπειες αυτής της αλλαγής και να εξετάζει τις δυνατές στρατηγικές προσαρμογής και μετριασμού.

Στις μέρες μας, το ζήτημα του κλίματος συνθέτει μια νέα πλέον πολιτική στην προσέγγιση της έννοιας του χώρου και της χωρικότητας, μια πολιτική που συνδέεται ειδικότερα με την απουσία συνόρων και την αδυναμία προσδιορισμού των ορίων επέκτασης των κρίσεων. Η «κλιματική χωρικότητα» ξεφεύγει πλέον από τα τυπικά εθνικά πλαίσια και αποτελεί μέρος της διαδικασίας της παγκοσμιοποίησης: των οικονομικών ανταλλαγών, της τεχνολογίας, της επιχειρηματικότητας, των πολέμων. Η ίδρυση νέων πολυπρόσωπων διεθνών οργανισμών όπως η IPCC αποτελεί αναγνώριση αυτού του γεγονότος και μας φέρνει πολύ πιο κοντά στο μεγάλο, με την έννοια της μακράς διάρκειας του Braudel. Και όπως είναι φυσικό, διαμορφώνει νέες ομαδοποιήσεις μεταξύ των κρατών, νέους ανταγωνισμούς, αλλά και νέες συλλογικότητες (παράδειγμα η Ευρωπαϊκή Ένωση).  Είναι χαρακτηριστική η διατύπωση που διάλεξε ένας, αν και παλαιότερος, ενορατικός πολιτικός, ο τ. πρωθυπουργός της Γαλλίας Μισέλ Ροκάρ, ως επικεφαλής της ομάδας εμπειρογνωμόνων για την υπερθέρμανση του πλανήτη και την αποτυχία στη θέσπιση του «φόρου άνθρακα» σε έκθεση του 2009: «Η Δύση δεν πρέπει ποτέ να ξεχνά ότι εναπόκειται σε αυτήν να αλλάξει βαθιά το πολιτιστικό και τεχνολογικό μοντέλο που προσφέρει στον κόσμο. Η νόμιμη αύξηση των εκπομπών από τις αναδυόμενες χώρες είναι ισχυρότερη από την αναμενόμενη. Σε αυτό το πλαίσιο, οι προσπάθειες των βιομηχανικών χωρών παραμένουν πολύ ανεπαρκείς. Η μείωση των εκπομπών που παρατηρήθηκε στην Ευρώπη τα τελευταία είκοσι χρόνια οφείλεται κυρίως στην αλλαγή του τρόπου παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας – η οποία ωστόσο δεν οδηγεί σε καμία αλλαγή εκ μέρους εκείνων που την χρησιμοποιούν – καθώς και στην κατάρρευση των ανατολικών οικονομικών». [4]

Κείμενο: The Free Writer


[1] Aριστοτέλης (384-332 π.X.) στην Iστορία περί Zώων

[2] Η Τέχνη του Πολέμου του SunTzu, πραγματεία εφάμιλλη του Ηγεμόνα του Machiavelli, αποτελεί για αιώνες το θεμελιώδες βιβλίο της στρατιωτικής εκπαίδευσης ανωτάτων αξιωματικών. Γράφτηκε στην Κίνα πριν 2500 χρόνια και αποτέλεσε τον πολεμικό καθοδηγητή των Κινέζων αυτοκρατόρων. Εκδόσεις Περίπλους, 2008

[3] Σαρλ Μοντεσκέ, το Πνεύμα των Νόμων, εκδ. Γνώση, 2006

[4] ROCARD, M. (dir.) (2009), Rapport de la conférence des experts et de la table ronde sur la contribution Climat et Énergie, Ministère de l’Écologie du Développement durable et la Mer et Ministère de l’Économie, de l’Industrie et de l’Emploi, 28 juillet.