Η στρατηγική κατευνασμού, οι παραχωρήσεις και οι συμβιβασμοί της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέναντι στον Αμερικανό Πρόεδρο δεν κατόρθωσαν να μειώσουν ούτε τις απρόβλεπτες αντιδράσεις, ούτε την εχθρότητα του Ντόναλντ Τραμπ. Αντιθέτως, αύξησαν τη στρατηγική αδυναμία της Ευρώπης, και οδήγησαν σε ένα απαράδεκτο σχέδιο συνθηκολόγησης για την Ουκρανία και σε μια πολιτική κήρυξη πολέμου εναντίον της ΕΕ με τη μορφή μιας στρατηγικής εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ. Ο Τραμπ ζητά την επιστροφή σε μια Ευρώπη των εθνών και ανακοινώνει μια συμμαχία με τις ευρωπαϊκές εθνικολαϊκιστικές πολιτικές δυνάμεις.

Γράφουν οι Enrico Letta, Josep Borrell και Danuta Hübner

Η Ευρώπη πρέπει να εξαγάγει τα απαραίτητα συμπεράσματα: η ασφάλεια, η ευημερία και η δημοκρατία της δεν μπορούν πλέον να εξαρτώνται από την ευμετάβλητη βούληση των Ηνωμένων Πολιτειών. Η στρατηγική αυτονομία δεν είναι πλέον επιλογή, είναι αναγκαιότητα. Μια πιο παραγωγική και ανταγωνιστική Ευρώπη αποτελεί προϋπόθεση για γεωπολιτική ισχύ και κοινωνική ευημερία.

Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να διαδραματίσει θεμελιώδη ρόλο στην εφαρμογή των απαραίτητων θεσμικών μεταρρυθμίσεων. Να προωθήσει μεταξύ άλλων μια Διακοινοβουλευτική Συνέλευση (Assises) για την υποστήριξη της πλήρους εφαρμογής αυτών των στόχων, μαζί με μια ad-hoc Συνέλευση Ευρωπαίων Πολιτών για την εμπλοκή των πολιτών και της ευρωπαϊκής δημόσιας σφαίρας γενικότερα.

Για τον σκοπό αυτό, υποστηρίζουμε τη δημιουργία ενός ανανεωμένου διακομματικού και διαθεσμικού φιλοευρωπαϊκού συνασπισμού, που θα περιλαμβάνει τα πιο αφοσιωμένα στην ευρωπαϊκή ιδέα κράτη-μέλη στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τη φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία στα ευρωπαϊκά και εθνικά Κοινοβούλια, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, τους περιφερειακούς και τοπικούς θεσμούς, πέρα ​​από τις ιδιαίτερες αδράνειες κάθε θεσμικού οργάνου, καθώς και την φιλοευρωπαϊκή οργανωμένη κοινωνία των πολιτών.

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο το οποίο υπογράφουν μια σειρά από προσωπικότητες του πολιτικού και πνευματικού κόσμου της Ευρώπης. Βασίζεται στη διακήρυξη που υιοθετήθηκε από την νέα «Επιτροπή Δράσης για τις Ηνωμένες Πολιτείες της Ευρώπης», στις 18 Οκτωβρίου 2025.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιμετωπίζει πρωτοφανείς προκλήσεις σε μια εποχή κατά την οποία η πολυμερής τάξη που βασίζεται στον ΟΗΕ δέχεται επίθεση. Η στρατηγική κατευνασμού προς τον Ντόναλντ Τραμπ – από τη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ έως την απορρύθμιση των κανόνων για του ψηφιακού κόσμου, της τεχνητής νοημοσύνης και το περιβάλλον (συμπεριλαμβανομένης της ταπείνωσης που υπέστη η ΕΕ στο Τέρνμπερι της Σκωτίας με αφορμή τους αμερικανικούς δασμούς) – δεν αποδίδει. Οι παραχωρήσεις και οι διευκολύνσεις δεν μείωσαν ούτε τις απρόβλεπτες αντιδράσεις, ούτε την εχθρότητα του Ντόναλντ Τραμπ. Αντίθετα, έχουν εμβαθύνει τη στρατηγική ευπάθεια της Ευρώπης, έχουν δημιουργήσει ένα απαράδεκτο σχέδιο συνθηκολόγησης για την Ουκρανία και μια πολιτική κήρυξη πολέμου στην ΕΕ με τη μορφή μιας στρατηγικής εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, στην οποία ζητά την επιστροφή σε μια Ευρώπη των εθνών και εξαγγέλλει μια συμμαχία με τις ευρωπαϊκές εθνικολαϊκιστικές πολιτικές δυνάμεις.

Η Ευρώπη πρέπει επομένως να συναγάγει τα αναγκαία συμπεράσματα: η ασφάλεια, η ευημερία και η δημοκρατία της δεν μπορούν πλέον να εξαρτώνται από τη μεταβαλλόμενη βούληση των Ηνωμένων Πολιτειών. Η στρατηγική αυτονομία δεν αποτελεί πλέον επιλογή, αλλά αναγκαιότητα. Η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να είναι σε θέση να ενεργεί ανεξάρτητα, να αναλαμβάνει πλήρως την ευθύνη για την άμυνά της και να επιδιώκει τα συμφέροντα και τις αξίες της στην παγκόσμια σκηνή με κυριαρχία και αξιοπιστία.

Μια πιο παραγωγική και ανταγωνιστική Ευρώπη αποτελεί προϋπόθεση για τη γεωπολιτική ισχύ και την κοινωνική ευημερία. Επομένως, πρέπει να διασφαλίσουμε έως το 2028 την πλήρη εφαρμογή των εκθέσεων Letta και Draghi σχετικά με την ολοκλήρωση της ενιαίας αγοράς και την ευρωπαϊκή ανταγωνιστικότητα. Επιπλέον, χρειαζόμαστε έναν πολυετή προϋπολογισμό που θα στηρίζει περαιτέρω επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, σε βασικούς και καινοτόμους κλάδους. Ως εκ τούτου, καλούμε την Επιτροπή να υποβάλει μια νέα, ενισχυμένη και πιο φιλόδοξη πρόταση για το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (MFF), ικανό να χρηματοδοτήσει τα ευρωπαϊκά δημόσια αγαθά, συμπεριλαμβανομένων νέων προτεραιοτήτων στην άμυνα και την έρευνα, διατηρώντας παράλληλα την κοινωνική και περιβαλλοντική διάσταση, τη συνοχή και τη γεωργία, όσον αφορά τον κοινοβουλευτικό έλεγχο και τον ρόλο των ευρωπαϊκών περιφερειών και πόλεων, και να χρηματοδοτηθεί με πραγματικούς ιδίους ευρωπαϊκούς πόρους.

Αλλά η ανάκτηση της ανταγωνιστικότητας και ο εκσυγχρονισμός του προϋπολογισμού δεν αρκούν για την οικοδόμηση μιας γεωπολιτικής Ευρώπης. Όπως και το 1950, πρέπει να επικεντρωθούμε σε ένα κρίσιμο σημείο, που είναι η δημιουργία μιας Ευρωπαϊκής Κοινής Άμυνας που θα υποστηρίζεται από μια ισχυρότερη πολιτική ένωση. Μόνο μια πιο ομοσπονδιακή Ευρώπη μπορεί να αντιμετωπίσει αυτές τις προκλήσεις, διασφαλίζοντας τον σεβασμό των θεμελιωδών αξιών και δικαιωμάτων μας, εκτός εάν είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε τον Τραμπ ως παγκόσμια πολιτική αρχή, σε διφορούμενη συνεργασία με τον Πούτιν και τον Σι Τζινπίνγκ. Αναγνωρίζοντας την απειλή που αντιμετωπίζει η ΕΕ στην ασφάλειά της και την ανοιχτή εχθρότητα του Τραμπ, που επιβεβαιώνεται από την Εθνική Στρατηγική Ασφάλειας, καλούμε τα κράτη μέλη στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να εγκαθιδρύσουν μια Ευρωπαϊκή Κοινή Άμυνα, όπως προβλέπεται στο άρθρο 42 της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ένωση, η οποία μπορεί επίσης να γίνει μέσω μιας νέας Μόνιμης Διαρθρωμένης Συνεργασίας από τα κράτη μέλη που το επιθυμούν σε περίπτωση έλλειψης ομοφωνίας. Αυτό θα αποτελέσει ένα Ευρωπαϊκό Αμυντικό Σύστημα ικανό να συντονίζει τις εθνικές ένοπλες δυνάμεις σε περίπτωση επίθεσης κατά οποιουδήποτε κράτους μέλους. Αυτό απαιτεί τη σύσταση ενός ευρωπαϊκού Κέντρου Διοίκησης και Ελέγχου.

Γενικότερα, τα θεσμικά όργανα και οι ηγέτες της ΕΕ πρέπει να αξιοποιήσουν πλήρως τη Συνθήκη της Λισαβόνας, μέσω μιας φεντεραλιστικής ερμηνείας της σε όλους τους τομείς, όπως έγινε με την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού, ακολουθώντας επίσης την έκκληση του Ντράγκι για έναν «ρεαλιστικό φεντεραλισμό». Η ΕΕ δεν θα ήταν εμπορική δύναμη με αυτή την πολιτική να εξαρτάται αυστηρά από την ανάγκη για ομοφωνία. Πρέπει να ξεπεράσουμε τη «βετοκρατία» στην εξωτερική πολιτική, την άμυνα και τα οικονομικά. Ένας ισχυρότερος προϋπολογισμός της ΕΕ προς όφελος ορισμένων κρατών μελών θα μπορούσε να εξαρτηθεί από τη στήριξή τους για την ενεργοποίηση των τρόπων μετάβασης από την ομοφωνία στις πλειοψηφικές αποφάσεις. Παράλληλα, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο πρέπει να δώσει συνέχεια στην πρόταση του Κοινοβουλίου για μεταρρύθμιση των Συνθηκών ώστε να καταργηθεί η ομοφωνία στο σύστημα λήψης αποφάσεων της ΕΕ — στη συνήθη νομοθετική διαδικασία θα πρέπει να εμπίπτουν οι αποφάσεις για τα δημοσιονομικά, τα οικονομικά, την εξωτερική πολιτική, την πολιτική ασφάλειας και άμυνας, και τη διεύρυνση — συμπεριλαμβανομένων των μελλοντικών τροποποιήσεων της Συνθήκης.

Θεωρούμε ότι το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο μπορεί να διαδραματίσει θεμελιώδη ρόλο στην εφαρμογή των αναγκαίων θεσμικών μεταρρυθμίσεων, ενόψει και της διεύρυνσης. Πρώτον, εξαρτώντας τη στήριξη του για τους επόμενους ετήσιους προϋπολογισμούς και το MFF από τη στάση του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου απέναντι στα προαναφερθέντα αιτήματα. Δεύτερον, με την προώθηση μιας Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης (Assises) για την υποστήριξη της πλήρους εφαρμογής αυτών των στόχων, μαζί με μια ad-hoc Ευρωπαϊκή Συνέλευση Πολιτών για τη συμμετοχή των πολιτών και της ευρωπαϊκής δημόσιας σφαίρας γενικότερα.

Για το σκοπό αυτό, υποστηρίζουμε τη δημιουργία ενός ανανεωμένου διακομματικού και διοργανικού φιλοευρωπαϊκού συνασπισμού που θα περιλαμβάνει τα κράτη μέλη με τη μεγαλύτερη δέσμευση στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, τη φιλοευρωπαϊκή πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και στα εθνικά κοινοβούλια, την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα περιφερειακά και τοπικά θεσμικά όργανα, πέρα από τις ιδιαίτερες αντιστάσεις κάθε θεσμικού οργάνου, και τη φιλοευρωπαϊκή οργανωμένη κοινωνία των πολιτών. Τους καλούμε όλους να κινητοποιηθούν σε τοπικό, εθνικό και διακρατικό επίπεδο για να υποστηρίξουν αυτά τα αιτήματα για μια πιο κυρίαρχη και δημοκρατική Ένωση.

Τη Διακήρυξη υπογράφουν οι: Enrico Letta, πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και συγγραφέας της έκθεσης MuchMore Than a Market· Josep Borrell Fontelles, πρώην Ύπατος Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας και πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Danuta Hübner, πρώην Ευρωπαία Επίτροπος αρμόδια για την περιφερειακή πολιτική και πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Hans-Gert Pöttering, πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Guy Verhofstadt, πρόεδρος του Διεθνούς Ευρωπαϊκού Κινήματος, πρώην πρωθυπουργός του Βελγίου και πρώην βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Monica Frassoni, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κέντρου Εκλογικής Υποστήριξης (ECES), πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κόμματος των Πρασίνων και πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Jacques Attali, συγγραφέας και πρώην ειδικός σύμβουλος του Γάλλου προέδρου Φρανσουά Μιτεράν· Pascal Lamy, πρώην γενικός διευθυντής του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου και πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Εμπορίου· Paolo Gentiloni, πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομίας και πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας· Daniel Cohn-Bendit, συγγραφέας και πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Domènec Ruiz Devesa, πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Φεντεραλιστών και πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Robert Menasse, συγγραφέας· Isabelle Durant, πρώην αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πρώην ασκούσα χρέη γενικού γραμματέα της Διάσκεψης των Ηνωμένων Εθνών για το Εμπόριο και την Ανάπτυξη· Javier Cercas, συγγραφέας· Dominique Méda, καθηγητής στη Σχολή Οικονομικών Επιστημών του Παρισιού (PSL) – Paris-Dauphine· Petre Roman, πρώην πρωθυπουργός της Ρουμανίας· Mercedes Bresso, πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής των Περιφερειών και πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Rosen Plevneliev, πρώην πρόεδρος της Βουλγαρίας· Gabriele Bischoff, πρόεδρος της ομάδας Spinelli και μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Nicolas Schmit, πρώην Ευρωπαίος Επίτροπος για την Απασχόληση και τα Κοινωνικά Δικαιώματα· Enrique Barón Crespo, πρώην Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Andrea Wechsler, πρόεδρος της Europa-Union Deutschland και μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Klaus Hänsch, πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Luca Visentini, πρώην πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Συνομοσπονδίας Συνδικάτων· Daniel Freund, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πρώην πρόεδρος της ομάδας Spinelli· Othmar Karas, πρώην πρώτος αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Richard Corbett, πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Sandro Gozi, μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πρώην πρόεδρος του Ομίλου Spinelli· JoLeinen, πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πρώην πρόεδρος του Διεθνούς Ευρωπαϊκού Κινήματος· Pierre Larrouturou, πρώην βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου· Elmar Brok, πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πρώην πρόεδρος της ομάδας Spinelli· AndrewDuff, πρώην βουλευτής του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και πρώην πρόεδρος της Ένωσης Ευρωπαίων Φεντεραλιστών· Francisco Aldecoa Luzárraga, πρόεδρος του Ισπανικού Ομοσπονδιακού Συμβουλίου του Ευρωπαϊκού Κινήματος και καθηγητής· Michele Fiorillo, φιλόσοφος και συν-υποστηρικτής του Citizens Take Over Europe και Slavoj Žižek, φιλόσοφος. 

—–

Ο Enrico Letta είναι πρώην πρωθυπουργός της Ιταλίας και συγγραφέας της έκθεσης MuchMore Than a Market

Ο Josep Borrell είναι πρώην Ύπατος Εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Ένωσης για Θέματα Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφαλείας και πρώην πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου

Η Danuta Hübner είναι πρώην Ευρωπαία Επίτροπος αρμόδια για την περιφερειακή πολιτική και πρώην μέλος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου