Ιστορικά κτίρια και χώροι πολιτιστικής κληρονομιάς αποτελούν πόλο έλξης για τους επισκέπτες στις πόλεις, ενώ ταυτόχρονα προσφέρουν στους κατοίκους ένα κοινό αίσθημα ιστορικής συνέχειας. Ωστόσο, η αδιαφορία, η έλλειψη χρηματοδότησης και η ανεπαρκής νομοθεσία οδηγούν ορισμένα από αυτά τα μνημεία στην εγκατάλειψη και την παρακμή.
Πέρα από τη φθορά του χρόνου, τα ιστορικά κέντρα αντιμετωπίζουν και άλλες απειλές: την αστική ανάπτυξη που εισβάλλει σε προστατευόμενους χώρους, τον υπερτουρισμό, τις φυσικές καταστροφές και την κλιματική αλλαγή — με ολοένα και πιο συχνά φαινόμενα όπως πλημμύρες να αφήνουν έντονα τα σημάδια τους. Παράλληλα, το ποσοστό των Ευρωπαίων που ζουν σε πόλεις αναμένεται να αυξηθεί από 70% σήμερα στο 80% έως το 2050, γεγονός που θα εντείνει ακόμη περισσότερο τις πιέσεις στη διαχείριση του αστικού περιβάλλοντος.
Η εφαρμογή μεθόδων για μια βιώσιμη αναζωογόνηση της πολιτιστικής κληρονομιάς μπορεί να συμβάλει στην επίλυση των προβλημάτων και να λειτουργήσει ως καταλύτης για ευρύτερες θετικές αλλαγές, όπως η ενίσχυση των σχέσεων και της συνοχής ανάμεσα στους κατοίκους, όπως σημειώνει η Παμέλα Λάμα από τον Δήμο της Μπολόνια.
Ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Μπολόνια είναι η ένταση που δημιουργείται στο ιστορικό της κέντρο, όπου βρίσκεται το Πανεπιστήμιο. Εκεί, φοιτητές και μόνιμοι κάτοικοι ζουν πλάι πλάι, αλλά οι διαφορετικοί ρυθμοί ζωής —και η έντονη νυχτερινή ζωή των νέων— συχνά φέρνουν τις δύο ομάδες σε αντιπαράθεση. Δεν λείπουν επίσης προβλήματα όπως η χρήση ναρκωτικών, η παρουσία αστέγων και οι φθορές στο δημόσιο χώρο.
«Ανέκαθεν υπήρχε πρόβλημα συνύπαρξης των κατοίκων και των φοιτητών», εξηγεί η Παμέλα Λάμα.
Ο δήμος έχει αναλάβει την εποπτεία ενός ευρωπαϊκού προγράμματος με την ονομασία ROCK, το οποίο στοχεύει στην αναζωογόνηση των ιστορικών κέντρων δέκα ευρωπαϊκών πόλεων — ανάμεσά τους και της Μπολόνια. Η πόλη φιλοξενεί το αρχαιότερο πανεπιστήμιο της Ευρώπης, την Εθνική Πινακοθήκη, σημαντικές βιβλιοθήκες και όπερα.
Μέσα από το ROCK, η Μπολόνια επιχειρεί να ανακαινίσει την πανεπιστημιακή περιοχή, να ενισχύσει το αίσθημα ασφάλειας και συμμετοχής των κατοίκων και να αναδείξει τους «κρυμμένους θησαυρούς» της πόλης.
«Η πανεπιστημιακή ζώνη εκτείνεται κατά μήκος ενός εξαιρετικά σημαντικού δρόμου από άποψη πολιτιστικής κληρονομιάς — κι όμως, ελάχιστοι τον γνωρίζουν, ακόμη και οι ίδιοι οι κάτοικοι», εξηγεί η Λάμα. «Έτσι, το πανεπιστήμιο και ο δήμος αποφάσισαν να μεταμορφώσουν την περιοχή με όχημα την πολιτιστική της κληρονομιά».
Η πρώτη τους πρωτοβουλία, σχεδιασμένη σε συνεργασία με ομάδες φοιτητών, ήταν η μετατροπή της Piazza Scaravilli —μιας ιστορικής πλατείας που είχε ουσιαστικά μετατραπεί σε πάρκινγκ του πανεπιστημίου— σε έναν αστικό κήπο, έναν ζωντανό χώρο συνάντησης, ξεκούρασης και κοινωνικής αλληλεπίδρασης.
Η πλατεία δεν λειτουργεί πια ως χώρος στάθμευσης, αλλά έχει μεταμορφωθεί σε έναν φιλόξενο δημόσιο χώρο, με μια σκηνή για εκδηλώσεις και πολλά νέα παγκάκια. Όλες οι παρεμβάσεις σχεδιάστηκαν με τρόπο ώστε να αξιοποιούν τοπικά και φυσικά υλικά, ενώ ενσωματώθηκαν φυτά επιλεγμένα με στόχο την ενίσχυση της βιοποικιλότητας στην περιοχή.
Προσαρμοστική επανάχρηση
Η αξιοποίηση ήδη δομημένων χώρων για νέες χρήσεις είναι γνωστή ως προσαρμοστική επανάχρηση (adaptive reuse) — και αποτελεί τον πυρήνα της φιλοσοφίας του προγράμματος ROCK. Στη Μπολόνια, η στρατηγική αυτή στηρίζεται σε τρεις βασικές αρχές, οι οποίες διαμορφώθηκαν μέσα από δημόσιες διαβουλεύσεις με τη συμμετοχή περίπου 2.500 πολιτών:
- Βελτίωση της προσβασιμότητας σε πολιτιστικούς χώρους, τόσο για το ευρύ κοινό όσο και για άτομα με κινητικές δυσκολίες και προβλήματα όρασης.
- Περιβαλλοντική και οικονομική βιωσιμότητα, με σεβασμό στους φυσικούς πόρους και την τοπική οικονομία.
- Ενίσχυση της συνεργασίας ανάμεσα σε διαφορετικές κοινότητες και τοπικές επιχειρήσεις.
Μια ακόμη πρωτοβουλία του προγράμματος είναι αυτό που η Παμέλα Λάμα αποκαλεί «πράσινη παρέμβαση» στο εμβληματικό κτήριο της Όπερας της Μπολόνια. Το μεγάλο, ως τότε αναξιοποίητο, μπαλκόνι του τελευταίου ορόφου μεταμορφώθηκε σε έναν κήπο με ποικιλία φυτών και είναι διαθέσιμο πλέον στο κοινό — προσφέροντας σε κατοίκους και επισκέπτες μια νέα θέα προς την πανεπιστημιακή περιοχή και την Piazza Verdi, την καρδιά της φοιτητικής ζωής. Παράλληλα, το ROCK πειραματίζεται με τεχνολογίες επαυξημένης πραγματικότητας, που επιτρέπουν στους επισκέπτες να «ξεναγηθούν» εικονικά στο εσωτερικό του ιστορικού κτηρίου.
Ένα δίκτυο αισθητήρων έχει επίσης εγκατασταθεί στους γύρω δρόμους, συλλέγοντας στοιχεία για την ποιότητα του αέρα, τη θερμοκρασία και τα επίπεδα θορύβου, ώστε να παρακολουθείται ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος των δράσεων του ROCK. Άλλοι αισθητήρες καταμετρούν τη ροή των πεζών. Τα δεδομένα αυτά αναλύονται ήδη, με στόχο να υποστηρίξουν τον μελλοντικό αστικό σχεδιασμό — για παράδειγμα, προτείνοντας τρόπους αποφυγής της υπερσυγκέντρωσης σε κορεσμένες περιοχές. Άλλες παρεμβάσεις περιλαμβάνουν φωτιστικές εγκαταστάσεις σε υποφωτισμένα σημεία και στις στοές γύρω από το πανεπιστήμιο, μεταμορφώνοντας τη νυχτερινή εικόνα της περιοχής.

Στόχος όλων αυτών των δράσεων, όπως επισημαίνει η Παμέλα Λάμα, είναι να δημιουργηθεί ένα πρότυπο αστικής αναγέννησης που θα μπορεί να εφαρμοστεί και σε άλλες συνοικίες της Μπολόνια — αλλά και να αποτελέσει παράδειγμα για άλλες ευρωπαϊκές πόλεις που αναζητούν τρόπους να μετατρέψουν τα ιστορικά τους κέντρα σε βιώσιμους, ζωντανούς πολιτιστικούς κόμβους.
Το παράδειγμα του «Φρουρίου»
Στα Σκόπια της Βόρειας Μακεδονίας, για παράδειγμα, ένα μεσαιωνικό φρούριο προορίζεται να μετατραπεί σε πολιτιστικό κέντρο υψηλής τεχνολογίας, συνδυάζοντας την ιστορία με την καινοτομία. Στο Αϊντχόβεν της Ολλανδίας, ένα ψηφιακό σύστημα χαρτογράφησης θα επιτρέπει στους χρήστες να «σημειώνουν» ενδιαφέροντα σημεία αλλά και περιοχές με περιορισμένη πρόσβαση, ώστε να διευκολυνθεί στο μέλλον η κίνηση ατόμων με αναπηρίες.
Το ROCK αναπτύσσει, επίσης, μια νέα τουριστική υπηρεσία για τις συμμετέχουσες πόλεις, η οποία θα περιλαμβάνει χάρτες αφής για ανθρώπους με προβλήματα όρασης, κάνοντας τον πολιτισμό πιο προσιτό σε όλους.
Εφόσον γίνουν με σωστό σχεδιασμό τέτοια προγράμματα μπορούν να έχουν οικονομικά και περιβαλλοντικά οφέλη για τις πόλεις. «Οι ευρωπαϊκές πόλεις μπορούν να δημιουργήσουν νέες οικονομικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και περιβαλλοντικές αξίες αξιοποιώντας τα εγκαταλελειμμένα ή υποχρησιμοποιούμενα κτίρια, τοπία και μνημεία τους», σημειώνει η Αντωνία Γκραβανιουόλο, από το Ινστιτούτο Έρευνας για την Καινοτομία και τις Υπηρεσίες Ανάπτυξης στη Νάπολη.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι το πρότζεκτ De Ceuvel στο Άμστερνταμ της Ολλανδίας, όπου μια ομάδα επιχειρηματιών ανέλαβε να αναδιαμορφώσει παλιά πλοιάρια, τα οποία είχαν ιδιαίτερη πολιτιστική σημασία για την περιοχή, μετατρέποντάς τα σε έναν αυτοσυντηρούμενο χώρο εργασίας και συνεργασίας. Η ενέργεια που τροφοδοτεί το εγχείρημα προέρχεται από φωτοβολταϊκά και βιοαέριο, ενώ τα απόβλητα επαναχρησιμοποιούνται με καινοτόμους τρόπους. Τα λαχανικά που καλλιεργούνται επιτόπου σε θερμοκήπιο ποτίζονται με ανακυκλωμένο και επεξεργασμένο νερό, ενώ η πλεονάζουσα ενέργεια μπορεί να ανταλλαχθεί με γεύματα στο εστιατόριο του συγκροτήματος.
Η Αντωνία Γκραβανιουόλο είναι συντονίστρια του προγράμματος CLIC, το οποίο στοχεύει να αναπτύξει και να δοκιμάσει μοντέλα «προσαρμοστικής επανάχρησης» της πολιτιστικής κληρονομιάς, προσελκύοντας παράλληλα βιώσιμες επενδύσεις για την υλοποίηση έργων αναγέννησης. Μέχρι σήμερα, οι ερευνητές έχουν μελετήσει 130 παραδείγματα αστικής αναζωογόνησης σε όλη την Ευρώπη εντοπίζοντας τα κοινά χαρακτηριστικά που εξηγούν γιατί ορισμένα εγχειρήματα στέφθηκαν με επιτυχία ενώ άλλα όχι.
Η ομάδα του CLIC αναπτύσσει επίσης εργαλεία λήψης αποφάσεων και αξιολόγησης, τα οποία θα βοηθήσουν τις πόλεις και τους φορείς να σχεδιάζουν αποτελεσματικότερα τις παρεμβάσεις τους.
Ένα από τα στοιχεία που συνδέουν το παράδειγμα του De Ceuvel με άλλες επιτυχημένες πρωτοβουλίες είναι η κυκλική προσέγγιση που υιοθετούν στην ανάπτυξή τους.
«Έχει σχεδιαστεί με προσοχή ένα κλειστό κυκλικό σύστημα “μεταβολισμού”, στο οποίο οι αναγκαίοι πόροι παράγονται επιτόπου και τίποτα δεν πάει χαμένο», εξηγεί η Γκραβανιουόλο. Αυτό το μοντέλο περιλαμβάνει ανάκτηση και επαναχρησιμοποίηση νερού, αξιοποίηση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και επαναχρησιμοποίηση υπαρχόντων δομικών υλικών.
«Κάθε φορά που επαναχρησιμοποιείς ένα κτήριο, στην πραγματικότητα επαναχρησιμοποιείς και τα υλικά του, αλλά και την ενσωματωμένη ενέργεια που έχει ήδη δαπανηθεί για την κατασκευή του — επομένως, δεν χρειάζεται να ξοδέψεις επιπλέον ενέργεια», επισημαίνει η Γκραβανιουόλο.