Το γλυκό νερό που είναι διαθέσιμο για τη ζωή επάνω και κάτω από τη γη λιγοστεύει σε τέτοιο βαθμό, ώστε να έχουμε υπερβεί το κρίσιμο όριο, σύμφωνα με έρευνα του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης και του Ινστιτούτου Ερευνών του Πότσνταμ για τις Κλιματικές Επιπτώσεις.

Το 2009, οι επιστήμονες συνέλαβαν αρχικά την ιδέα των «πλανητικών ορίων», ένα πλέγμα 9 φυσικών διαδικασιών οι οποίες έχουν μείνει σταθερές στη Γη εδώ και 11.700 χρόνια. Διαδικασίες όπως το σχετικά σταθερό κλίμα και η άθικτη βιόσφαιρα επέτρεψαν στις γεωργικές κοινωνίες να ακμάσουν. Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι καθεμιά από αυτές τις διαδικασίες έχει ένα συγκεκριμένο όριο διατήρησης. Από τη στιγμή που αυτό θα ξεπεραστεί, θα προκύψει σοβαρός κίνδυνος για το γήινο οικοσύστημα στο σύνολό του ή σε σημαντικά μέρη που το απαρτίζουν.

Το 2015, μια διεξοδική μελέτη διαπίστωσε ότι οι ανθρώπινες δραστηριότητες έχουν ήδη παραβιάσει 4 από τα «πλανητικά όρια»: Η έκλυση αερίων του θερμοκηπίου θερμαίνει την ατμόσφαιρα · η έκτη κατά σειρά μαζική εξαφάνιση ειδών έχει ήδη ξεκινήσει · η εντατικές καλλιέργειες ρυπαίνουν το έδαφος, ενώ οι φυσικοί βιότοποι υφίστανται σαρωτική υποβάθμιση. Πριν από λίγους μήνες, οι επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι η ρύπανση του περιβάλλοντος από χημικές ουσίες και πλαστικά έχει προκαλέσει την υπέρβαση ενός ακόμα, του πέμπτου, ορίου.

Έως τώρα επικρατούσε η πεποίθηση ότι η χρήση των υδάτινων πόρων βρίσκεται μέσα στα όρια ασφαλείας. Η άποψη όμως αυτή βασιζόταν σε υπολογισμούς που λάμβαναν υπόψιν μόνο τις ποσότητες νερού των ποταμών και του υδροφόρου ορίζοντα. Ακόμα όμως κι έτσι, είναι πολύ πιθανό να έχουμε υπερβεί τα όρια σε τοπικό επίπεδο όσον αφορά τη ροή των ποταμών, λόγω της εξαπλάσιας αύξησης των αντλούμενων ποσοτήτων από τον προηγούμενο αιώνα έως σήμερα. Η άρδευση που απαιτείται για να καλύψει την αυξανόμενη ζήτηση για τη διαβίωση, τη γεωργία και την κτηνοτροφία, η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου, έχουν εκτοξεύσει την κατανάλωση νερού, ανατρέποντας την ισορροπία των οικοσυστημάτων.

Πρόσφατη έρευνα των Άρνε Τόμπιαν και Λαν Γουάνγκ Έρλαντσον του Πανεπιστημίου της Στοκχόλμης, και του Ντίτερ Γκέρτεν από το Ινστιτούτο Ερευνών του Πότσνταμ για τις Κλιματικές Επιπτώσεις περιέλαβε επιπλέον στις μετρήσεις και το βρόχινο νερό που είναι διαθέσιμο στα φυτά από το έδαφος. Διαπιστώθηκε ότι η συμβολή του γλυκού νερού στη σταθερότητα των οικοσυστημάτων είναι μεγαλύτερη από ό,τι νομίζαμε αρχικά.

Η ηλιακή ακτινοβολία εξατμίζει το νερό στο έδαφος, μειώνει τη θερμοκρασία στο περιβάλλον και επαναφέρει την υγρασία στην ατμόσφαιρα, όπου σχηματίζονται νέφη και βροχή. Αυτός ο κύκλος συντηρεί μερικά από τα πιο σημαντικά οικοσυστήματα της Γης, όπως το δάσος του Αμαζονίου, που αποτελεί περίπου το 40% των τροπικών δασών παγκοσμίως, αποθηκεύει περίπου 112 δισεκατομμύρια τόνους άνθρακα και φιλοξενεί το 25% της χερσαίας ζωής. Η αποψίλωση των δασών μειώνει την υγρασία στην ατμόσφαιρα, διαταράσσοντας τον κύκλο του νερού, και απειλώντας τελικά με κατάρρευση πολλά από τα τροπικά δάση μέσα από ένα φαύλο κύκλο.

Η παραγωγή τροφίμων εξαρτάται επίσης από το νερό. Περίπου το 60% της παραγωγής βασικών τροφίμων παγκοσμίως και το 80% της καλλιεργούμενης γης, τροφοδοτούνται από τη βροχή. Σε αυτές τις περιοχές, η βροχή είναι η μόνη μορφή διαθέσιμου νερού για τις καλλιέργειες. Ακόμη και οι αρδευόμενες καλλιέργειες εξαρτώνται σε κάποιο βαθμό από τη βροχή.

Φυτείες καλαμποκιού πλήττονται από την ξηρασία

Οι Τόμπιαν, Έρλαντσον και Γκέρτεν διαπίστωσαν επίσης ότι από την εποχή της Βιομηχανικής Επανάστασης, και ειδικά από τη δεκαετία του 1950 και μετά, όλο και περισσότερες περιοχές της Γης έχουν σημαντικά πιο ξηρό ή πιο υγρό έδαφος. Αυτή η τάση προς ακραίες συνθήκες είναι ιδιαίτερα ανησυχητική λόγω της καθοριστικής σημασίας  του νερού στη διατήρηση των οικοσυστημάτων και της ανθρώπινης ζωής.

Οι συχνότερες και πιο έντονες περίοδοι χωρίς βροχοπτώσεις σημαίνουν παρατεταμένη και εντονότερη ξηρασία σε πολλές περιοχές, όπως πρόσφατα στη Χιλή και τις δυτικές πολιτείες των ΗΠΑ. Η φωτοσύνθεση των φυτών περιορίζεται με αποτέλεσμα να απορροφάται λιγότερο διοξείδιο του άνθρακα από την ατμόσφαιρα. Ταυτόχρονα περιορίζεται η ικανότητα του εδάφους να δεσμεύει διοξείδιο του άνθρακα, ενώ κανονικά κατακρατεί περίπου το 30% των ετήσιων εκπομπών CΟ2.

Από την άλλη πλευρά, ούτε οι υπερβολικά μεγάλες ποσότητες νερού στο έδαφος είναι ευεργετικές για τον πλανήτη. Τα κορεσμένα εδάφη ευνοούν τα πλημμυρικά φαινόμενα και προκαλούν ασφυξία στα φυτά. Η εξάτμιση υπερβολικών ποσοτήτων νερού μπορεί να επηρεάσει τους μουσώνες σε μέρη όπως η Ινδία όπου η περίοδος ξηρασίας έχει παραταθεί δημιουργώντας προβλήματα στη γεωργία. Μεγάλη υγρασία σε συνδυασμό με υψηλές θερμοκρασίες μπορεί να προκαλέσει καύσωνες επικίνδυνους για τον παγκόσμιο πληθυσμό, μιας και το ανθρώπινο σώμα δεν μπορεί να αποβάλει θερμότητα με τον ιδρώτα. Περιοχές όπως η νότια Ασία, τα παράλια της Μέσης Ανατολής, ο κόλπος της Καλιφόρνιας και ο Κόλπος του Μεξικού υφίστανται ήδη τον επικίνδυνο συνδυασμό ζέστης και υγρασίας.

Τι μπορεί να γίνει;

Όλο και περισσότερες επιστημονικές μετρήσεις δείχνουν ότι ο πλανήτης είναι πιο ξηρός και υγρός από οποιαδήποτε άλλη χρονική στιγμή των τελευταίων 11.700 ετών. Η απειλή για τις οικολογικές και κλιματικές συνθήκες που υποστηρίζουν τη ζωή είναι μεγάλη. Έχουμε ήδη ξεπεράσει το έκτο «πλανητικό όριο». Μπορούμε να αποτρέψουμε τις επικίνδυνες επιπτώσεις στον κύκλο του νερού παίρνοντας θαρραλέα μέτρα αντιμετώπισης της κλιματικής κρίσης και σταματώντας την αποψίλωση των δασών. Επιλέγοντας βιώσιμες πρακτικές στη γεωργία, παράλληλα με άλλα μέτρα, μπορούμε να αποτρέψουμε την περαιτέρω υποβάθμιση των εδαφών. Ίσως επίσης είναι απαραίτητη η αυστηρή διαχείριση και προστασία του βρόχινου νερού με την εφαρμογή πολιτικών και νομοθετικών μέτρων. Η έρευνα έχει αποδείξει ότι η γεωργία ευθύνεται σε μεγάλο βαθμό για την παραβίαση πολλών «πλανητικών ορίων». Μια απλή αλλά πολύ αποτελεσματική λύση είναι το να στρέψουμε τη διατροφή μας προς βιώσιμα φυτικής προέλευσης τρόφιμα.

Η ανθρωπότητα δεν βρίσκεται πια μέσα στη ζώνη ασφαλείας. Απαιτούνται άμεσα δράσεις ώστε να προστατευθεί ο κύκλος του νερού.

Πηγή: The Conversation